Greek Radio-Theatre

για όσους αγαπούν το ραδιοφωνικό θέατρο



Όποιος έχει χρόνο και διάθεση θα μπορεί να συμμετέχει όσο και όταν μπορεί ........ η συνέχεια εδώ

Πέμπτη 28 Ιανουαρίου 2010

ΠΑΡΑΛΛΗΛΕΣ ΤΡΟΧΙΕΣ: ΑΠΟ ΤΟ ΠΑΝΙ ΣΤΗ ΜΑΓΝΗΤΟΤΑΙΝΙΑ 14 (ΟΠΕΡΕΤΕΣ) ΟΙ ΑΠΑΧΗΔΕΣ ΤΩΝ ΑΘΗΝΩΝ

Φίλοι του Θεάτρου στο Ραδιόφωνο, αγαπητοί ακροατές, καλησπέρα σας.
Άλλη μια γνωστότατη οπερέτα, οι « Απάχηδες των Αθηνών», είναι το έργο που αναρτούμε σήμερα.
« Οι Απάχηδες» μαζί με τον «Βαφτιστικό» του Σακελλαρίδη (την προηγηθείσα ανάρτηση στο blog μας) αποτελούν τα δημοφιλέστερα δείγματα στο χώρο της ελληνικής οπερέτας, καθώς συνεχίζουν να γνωρίζουν πολλαπλές αναβιώσεις επί σκηνής ακόμη και σήμερα. 

Η υπόθεση αναφέρεται στην αγάπη δύο αγνών παιδιών του λαού, ενώ γύρω τους στροβιλίζονται διάφοροι χαρακτηριστικοί τύποι –οι γραφικοί ρεμπέτες Καρούμπας και Καρκαλέτσος– με φόντο τον νεοπλουτισμό και τους πειρασμούς που συνοδεύουν την κοινωνική άνοδο.
"Ο Κώστας αγαπάει την Τιτίκα, αλλά δέχεται να παίξει το ρόλο ενός πλούσιου αριστοκράτη, του "Πρίγκηπα", που προσκαλείται στο σπίτι του νεόπλουτου ελληνοαμερικάνου Παραλή. Εκεί τον ερωτεύεται η κόρη του Παραλή, η Βέρα, κι εκείνος τείνει να ανταποκριθεί, αλλά την τελευταία στιγμή συγκρατείται και ομολογεί το παιχνίδι που τον έβαλαν να παίξει. Ο Παραλής πληροφορείται τα συμβάντα και όχι μόνο συγχωρεί τον ακέραιο "Πρίγκηπα", αλλά τον προικίζει κιόλας για να παντρευτεί την καλή του". 
Οι χαρακτήρες είναι αντιπροσωπευτικοί της εποχής και το κείμενο ηθογραφεί, αναφέρεται στις αντιθέσεις της εποχής και σατιρίζει τη νεόπλουτη αστική τάξη. Μην ξεχνάμε ότι ήταν η εποχή που ο καπιταλισμός πρωτοεμφανίζεται στην Ελλάδα και δίνει τροφή, ανάμεσα στα άλλα, και στους καλλιτέχνες για να ασχοληθούν με αυτό το θέμα, (με πρώτο από όλους τον Θεοτόκη, στην πεζογραφία).
Το έργο γράφτηκε το 1921 από τους Γιάννη Πρινέα και Νίκο Χατζηαποστόλου και αποτελεί (μάλλον) ελληνική «μεταγραφή» του σεναρίου της ταινίας The Apaches of Paris, η οποία γυρίστηκε το 1915. "Aπάχηδες" (εξελληνισμενη μορφή της γαλλικής apache που σημαίνει μόρτης) ονομάζονται όλοι εκείνοι οι περιθωριακοί φτωχοδιάβολοι των μεγαλουπόλεων που ζουν μεταξύ νομιμότητας και (κυρίως) παρανομίας, με μικροκλοπές και ληστείες, με νταηλίκι και δολοφονίες, αλλά και με το δικό τους κώδικα συμπεριφοράς.
Η οπερέτα αφού διέγραψε μια θριαμβευτική πορεία με επανειλημμένες παραστάσεις στις κεντρικότερες σκηνές της Αθήνας, γνώρισε δυο μεταφορές στο σελιλόιντ. Η πρώτη ταινία που ανήκει στο βωβό κινηματογράφο και γυρίστηκε από την Dag Films των αδερφών Γαζιάδη το 1930, αποτελεί το πρώτο ελληνικό φιλμ που συγχρόνιζε την εικόνα με τον ήχο (μουσική και τραγούδια από δίσκους γραμμοφώνου, τοποθετημένου πίσω από την οθόνη). Οι Γιάννης Πρινέας, Πέτρος Κυριακός, Μαίρη Σαγιάννου και Μαρίκα Μαντινείου (αστέρες των μουσικών επιθεωρήσεων της εποχής) ερμήνευαν τους κεντρικούς ρόλους που είχαν παίξει με επιτυχία και στην θεατρική σκηνή. Η ταινία προβλήθηκε με μεγάλη επιτυχία, ενώ η Μαίρη Σαγιάννου χαρακτηρίστηκε από τον καλλιτεχνικό τύπο ως αποκάλυψη. Η δημοτικότητά της εκτινάχθηκε στα ύψη, δίνοντάς της τον τίτλο της –πρώτης, χρονολογικά– σταρ του ελληνικού κινηματογράφου.
Το ριμέικ της βωβής εκδοχής έγινε το 1950, από την ΟΛΥΜΠΙΑ ΦΙΛΜ του Π. Δαδήρα με σκηνοθέτη τον Ηλία Παρασκευά και πρωταγωνιστές τους Λ. Κωνσταντάρα, Λ. Στεφανίδου και Ά. Καλουτά, ενώ οι Γιάννης Πρινέας και Μαρίκα Μαντινείου εμφανίζονταν ξανά -μετά από 20 χρόνια- στους ρόλους που υποδύονταν και στην ταινία του ’30. Αξίζει ακόμη να αναφερθεί η συμμετοχή, σε δεύτερους ρόλους, πολύ σημαντικών ηθοποιών όπως οι Αιμίλιος Βεάκης, Μίμης Φωτόπουλος και Φραγκίσκος Μανέλλης. Ήταν μια υπερπαραγωγή (για τα μέτρα της εποχής), που είχε όμως την ατυχία να «συγκρουστεί» με τον ιστορικό «Μεθύστακα» του Ορέστη Μακρή, που προβάλλονταν την ίδια εβδομάδα, με αποτέλεσμα να κατεβεί σχετικά γρήγορα από τις αίθουσες πρώτης προβολής. Έτσι περιορίστηκε στην 3η θέση μεταξύ 13 ταινιών της σεζόν 1949-’50 με 80.140 θεατές.
Η πορεία των «Απάχηδων των Αθηνών» συνεχίζεται με την ραδιοφωνική μετάδοσή τους το 1957, σε προσαρμογή και σκηνοθεσία για το ραδιόφωνο του Γιώργου Καρακαντά και ερμηνείες των Αριστείδη Χρυσοχόου (Παραλής), Σοφίας Γκρέκα (Αρετούσα), Ανθής Ζαχαράτου (Βέρα), Κώστα Τρωγαδή (Πρίγκηπας), Μαρίκας Παπαδοπούλου (Τιτίκα), Σπύρου Ολύμπιου (Κλέων), Κώστα Δούκα (Καρούμπας), Κούλη Στολίγκα (Καρκαλέτσος), Γιώργου Πλούτη (Μπαρμπα Αντρέας), Κώστα Παπαγεωργίου (Νίκος). Διευθυντής ορχήστρας και χορωδίας Ιωσήφ Ριτσιάρδης (παλιοζωή παλιόκοσμε, ταμπακιέρα) 

Ο Νίκος Χατζηαποστόλου, τραγουδιστής, συνθέτης και αρχιμουσικός, γεννήθηκε στην Αθήνα το 1884 και πέθανε το 1941. Σπούδασε ιστορία μουσικής, αρμονία, αντίστιξη, μονωδία και διεύθυνση χορωδίας στο ωδείο της Λίνας φον Λότνερ - το μετέπειτα ελληνικό ωδείο του Μανώλη Καλομοίρη. Το 1916 έγραψε την πρώτη του οπερέτα, τη Μοντέρνα καμαριέρα, ενώ συνολικά σύνθεσε περίπου 40 οπερέτες, όπως Οι ερωτευμένοι (1919), Οι απάχηδες των Αθηνών (1921), Το κορίτσι της γειτονιάς (1922), Η γυναίκα του δρόμου (1924), Μποέμικη αγάπη (1926) και Η πρώτη αγάπη (1929).
Γράφει ο Γιώργος Λεωτσάκος (Παγκόσμιο Βιογραφικό Λεξικό, τ. 9β σελ. 411) «Ήρωές του, σχηματοποιημένοι συχνά, είναι απλοί άνθρωποι του λαού, φτωχοί αλλά αγνοί συναισθηματικά που επιβεβαιώνουν εμφατικά (δίχως όμως αντιπαράθεση ή σύγκρουση) την ταυτότητά τους από την επαφή με τον μεγαλοαστικό κόσμο του χρήματος και του σνομπισμού. Το νεότερο κοινό αγάλλεται ανακαλύπτοντας σ’ αυτό κάτι από την απειλούμενη εθνική του ταυτότητα». Αντίστοιχη -περίπου- είναι και η άποψη του Κώστα Μυλωνά, που γράφει στην «Ιστορία του Ελληνικού Τραγουδιού» (τ.1 σελ. 103) σχετικά με τη λαϊκότητα του Χατζηαποστόλου: «[…] τα τραγούδια του ανταποκρίνονται πιο άμεσα στο λαϊκό μουσικό αίσθημα. Τα θέματά του πιο κοντά στη λαϊκή ψυχή, πιο κοντά στην αλήθεια της καθημερινότητας και οι ήρωές του πιο ανθρώπινοι και λιγότερο απομακρυσμένοι από την πραγματικότητα, έχουν αντίκρισμα ζωής. Οι χώροι μέσα στους οποίους κινούνται οι οπερέτες του Χατζηαποστόλου δεν είναι χώροι φανταστικοί, δεν είναι μόνο οι χώροι των σαλονιών και των εθνικών μετώπων, αλλά είναι οι χώροι της γειτονιάς, της ταβέρνας και της συνοικίας».
Πολυγραφότατος μουσουργός, σύνθεσε πολλές καντάδες, χορωδιακά έργα, ενόργανη μουσική και τετράφωνη εκκλησιαστική μουσική, ενώ ηχογράφησε πολλούς δίσκους γραμμοφώνου. Πολύ δημοφιλή είναι, μεταξύ άλλων, τα τραγούδια του «Τα κοραλλένια χείλη σου», «Θα κόψω ρόδα μυρωμένα», «ρετσίνα μου» και «Το νερωμένο κρασί».
Ο Χατζηαποστόλου δίκαια θεωρείται ο πλέον αυθεντικός εκφραστής της λαϊκότητας και της ελληνικότητας στον χώρο της ελληνικής οπερέτας, με ό,τι μπορεί να σημαίνουν οι όροι αυτοί στις ημέρες μας. Κι από την άποψη αυτή, ίσως θα πρέπει να εγκύψει κανείς στο πλούσιο έργο του με περισσότερο σεβασμό, χωρίς λαϊκιστικές προκαταλήψεις που εκπορεύονται άλλοτε από εμμονές και άλλοτε από άγνοια… Καλή ακρόαση!


 

2 σχόλια:

Ανώνυμος είπε...

Πολλύ καλή δουλειά παιδιά!

Συνεχίστε!

Και μία πρόταση:

Μήπως γίνεται να ανεβάζετε τα έργα εκτός από το rapidshare και κάπου αλλού (π.χ. MEGAUPLOAD, HOTFILE, κ.λ.π.)

Κ.

Ανώνυμος είπε...

Thanx!