Το έργο που θα ακούσετε σήμερα, είναι ένα θαυμάσιο δείγμα φαρσοκωμωδίας, που γράφτηκε από τον Ν. Ι. Λάσκαρη πριν 100 χρόνια, στα τέλη δηλαδή του περασμένου αιώνα. Ο Λάσκαρης [1868-1945] θεατρικός συγγραφέας και ιστορικός του θεάτρου, έγραψε δεκάδες κωμωδίες, επιθεωρήσεις, οπερέτες και μονόπρακτα, μόνος ή με τη συνεργασία των Π.Δημητρακόπουλου, Δ. Γιαννουκάκη, Β. Ηλιάδη, Ι. Καμπούρογλου, Μ. Λιδωρίκη, Ηλ. Καπετανάκη, Γ. Πωπ, κ.ά. Η πρώτη κωμωδία του, «Ο Μίδας και ο κουρεύς του», ανέβηκε στο θέατρο το 1887.και τα «Μαλλιά Κουβάρια» γράφτηκαν το 1897. Άλλα του έργα είναι: «Υπό εχεμύθειαν», «Το κοκαλάκι της νυχτερίδας» και οι οπερέτες «Στα παραπήγματα», «Πικ νικ» με μουσική Θ. Σακελλαρίδη, «Η πριγκίπισσα της Σασσώνος», με μουσική Σ. Σαμαρά και «Η Άσπρη Τρίχα» με μουσική Δ. Λαυράγκα.
Ως συγγραφέας, ο Λάσκαρης είχε γερή τεχνική και πηγαίο χιούμορ, αλλά δεν κατόρθωσε να γράψει έργα με χαρακτήρες και βαθιά κοινωνική παρατήρηση. Η παραγωγή του είναι πολύ επικαιρική και ανεκδοτολογική.
Ως ιστορικός του θεάτρου, ο Λάσκαρης δημοσίευσε τα έργα «Ιστορία του ρωμαϊκού θεάτρου», «Θεατρικόν γαλλοελληνικόν λεξικόν» και «Ιστορία του νεοελληνικού θεάτρου». Το τελευταίο αυτό είναι και το έργο της ζωής του και εκείνο για το οποίο το όνομά του θα μείνει στη νεοελληνική ιστορία. Έργο αγάπης και σοβαρότητας, πρόσφερε ουσιαστικά τη βάση για να δημιουργηθεί μια επιστημονική αντιμετώπιση του καίριου προβλήματος των πηγών και των αφετηριών του ελληνικού θεάτρου.
Διετέλεσε επίσης για ένα φεγγάρι διευθυντής του Εθνικού Θεάτρου (1944).
Τα Μαλλιά κουβάρια έχουν δομή πανομοιότυπη με πολλά έργα που γράφτηκαν τις δεκαετίες ’50-’60, τη χρυσή εποχή της φάρσας στην Ελλάδα. Η φαρσοκωμωδία έχει μία συνταγή, τα πρόσωπά της εμπλέκονται σε παρεξηγήσεις, που προς στιγμήν οδηγούν τη ζωή τους τη σκηνική σε αναστάτωση, η οποία οφείλεται αποκλειστικά σε πλάνη. Το έργο μοιάζει σαν κάθε περίπτωση καθαρής φάρσας, ένα εύθυμο κατασκεύασμα χωρίς περίσσιες θεωρητικές κόχες ή υπαινιγμούς. Πρόκειται για μια στιγμή, ένα ανέκδοτο, ένα ευφυολόγημα, που ανεβαίνει για να εκφράσει τη χαρά του σανιδιού, την προσήλωση του συγγραφέα στην ευθυμία, τη διασκέδαση και την επίπλαστη παρηγορία των θεατών του
Στα Μαλλιά Κουβάρια, τα πρόσωπα σιγά-σιγά χάνουν την επαφή τους με την αλήθεια και όσο η παρεξήγηση μεγαλώνει, τόσο αυτά χάνουν την επαφή τους. Τότε ο καθένας φτιάχνει τη δική του υποκειμενική αλήθεια. Οι ψεύτικες αλήθειες οδηγούν τις σχέσεις σε κρίση. Εδώ, φυσικά, η συνταγή θέλει και λίγο μυστήριο. Όλα αυτά, με μια πρώτη ματιά, φαίνονται σοβαρά και δεν θυμίζουν κωμωδία. Σοβαρά όμως είναι μόνο για τα πρόσωπα του έργου - και πολύ σοβαρά μάλιστα. Το αστείο, φυσικά, βγαίνει από τη γνώση του θεατή, του μπλεξίματος των προσώπων και διασκεδάζει με το χάος που δημιουργείται. Το κωμικό βγαίνει από τον τρόπο που τα πρόσωπα βιώνουν την ψευδή, υποκειμενική τους αλήθεια.
Από την πρώτη του έργου στη Σύρο (1897) ή στην Αθήνα (1898) |
Ως ιστορικός του θεάτρου, ο Λάσκαρης δημοσίευσε τα έργα «Ιστορία του ρωμαϊκού θεάτρου», «Θεατρικόν γαλλοελληνικόν λεξικόν» και «Ιστορία του νεοελληνικού θεάτρου». Το τελευταίο αυτό είναι και το έργο της ζωής του και εκείνο για το οποίο το όνομά του θα μείνει στη νεοελληνική ιστορία. Έργο αγάπης και σοβαρότητας, πρόσφερε ουσιαστικά τη βάση για να δημιουργηθεί μια επιστημονική αντιμετώπιση του καίριου προβλήματος των πηγών και των αφετηριών του ελληνικού θεάτρου.
Διετέλεσε επίσης για ένα φεγγάρι διευθυντής του Εθνικού Θεάτρου (1944).
Από το http://www.aliceintheaterland.info/index.html
Εδώ θα βρείτε μερικά εξαιρετικά δείγματα από την πένα του Λάσκαρη.Τα Μαλλιά κουβάρια έχουν δομή πανομοιότυπη με πολλά έργα που γράφτηκαν τις δεκαετίες ’50-’60, τη χρυσή εποχή της φάρσας στην Ελλάδα. Η φαρσοκωμωδία έχει μία συνταγή, τα πρόσωπά της εμπλέκονται σε παρεξηγήσεις, που προς στιγμήν οδηγούν τη ζωή τους τη σκηνική σε αναστάτωση, η οποία οφείλεται αποκλειστικά σε πλάνη. Το έργο μοιάζει σαν κάθε περίπτωση καθαρής φάρσας, ένα εύθυμο κατασκεύασμα χωρίς περίσσιες θεωρητικές κόχες ή υπαινιγμούς. Πρόκειται για μια στιγμή, ένα ανέκδοτο, ένα ευφυολόγημα, που ανεβαίνει για να εκφράσει τη χαρά του σανιδιού, την προσήλωση του συγγραφέα στην ευθυμία, τη διασκέδαση και την επίπλαστη παρηγορία των θεατών του
Στα Μαλλιά Κουβάρια, τα πρόσωπα σιγά-σιγά χάνουν την επαφή τους με την αλήθεια και όσο η παρεξήγηση μεγαλώνει, τόσο αυτά χάνουν την επαφή τους. Τότε ο καθένας φτιάχνει τη δική του υποκειμενική αλήθεια. Οι ψεύτικες αλήθειες οδηγούν τις σχέσεις σε κρίση. Εδώ, φυσικά, η συνταγή θέλει και λίγο μυστήριο. Όλα αυτά, με μια πρώτη ματιά, φαίνονται σοβαρά και δεν θυμίζουν κωμωδία. Σοβαρά όμως είναι μόνο για τα πρόσωπα του έργου - και πολύ σοβαρά μάλιστα. Το αστείο, φυσικά, βγαίνει από τη γνώση του θεατή, του μπλεξίματος των προσώπων και διασκεδάζει με το χάος που δημιουργείται. Το κωμικό βγαίνει από τον τρόπο που τα πρόσωπα βιώνουν την ψευδή, υποκειμενική τους αλήθεια.
Από το πρόγραμμα του Θεάτρου Καισαριανής για την παράσταση του έργου, το 1998.
Το έργο ανέβηκε στην Τρίτη Σκηνή του Εθνικού Θεάτρου την περίοδο 89-90. Από εκείνη την παράσταση είναι και η φωτογραφία που δημοσιεύουμε στην οποία φαίνονται οι: Άννα Παϊταζή (Ευγενία Χαρλούπη), Γιώργος Παρτσαλάκης (Κώστας Κουντουπής) και Χριστίνα Βαρζοπούλου (Ευφροσύνη Κουντουπή).
Στην (υπέροχη) ραδιοφωνική του απόδοση, που σκηνοθέτησε ο Ίων Νταϊφάς, παίζουν οι: Κώστας Ρηγόπουλος, Γιώργος Μιχαλακόπουλος, Άννα Κυριακού, Ευάγγελος Πρωτοπαππάς, Λουίζα Ποδηματά, Ντίνος Δουλγεράκης, Δάνης, Άννα Λώρη.
Στην (υπέροχη) ραδιοφωνική του απόδοση, που σκηνοθέτησε ο Ίων Νταϊφάς, παίζουν οι: Κώστας Ρηγόπουλος, Γιώργος Μιχαλακόπουλος, Άννα Κυριακού, Ευάγγελος Πρωτοπαππάς, Λουίζα Ποδηματά, Ντίνος Δουλγεράκης, Δάνης, Άννα Λώρη.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου