Τετάρτη 30 Σεπτεμβρίου 2009

ΣΤΗ ΖΟΥΓΛΑ ΤΩΝ ΠΟΛΕΩΝ ΤΟΥ ΜΠΡΕΧΤ

Σημασία δεν έχει να είσαι ο πιο ισχυρός αλλά ο επιζών. Δεν μπορώ να σας νικήσω. Μπορώ μόνο να σας ποδοπατήσω στο χώμα...
Υπόθεση: Ο Γκάργκα, υπάλληλος μιας δανειστικής βιβλιοθήκης του Σικάγου και ο Σλινκ, ξυλέμπορος, ρίχνονται σε έναν αγώνα αλληλεξόντωσης. Ο δεύτερος θέλει να αγοράσει από τον πρώτο το μοναδικό πράγμα που του ανήκει: τη γνώση του.
Το έργο έχει τη δομή ενός αγώνα πυγμαχίας -προσφιλούς σπορ του Μπρεχτ- όπου ο κάθε αντίπαλος προσπαθεί να δώσει στον άλλο το τελειωτικό χτύπημα.
 Ο κάθε γύρος όμως μετατρέπεται σε φαύλο κύκλο κι έτσι δεν καταλήγει ποτέ στη μεγάλη σκηνή που θα έδινε τη λύση στο έργο.
Ο χρόνος κυλάει και στο τελευταίο γύρο υπερισχύει ο Γκάργκα μόνο και μόνο επειδή είναι πιο νέος:

Ηχογράφηση 1964 για το Θέατρο της Κυριακής

Παίζουν οι ηθοποιοί: Κώστας Γιαννακάς, Γιάννης Φέρτης, Τίτος Βανδής, Χρήστος Κατσιγιάννης, Σπύρος Καλογήρου, Τζένη Ρουσσέα, Γιώργος Μοσχίδης, Βέρα Ζαβιτσιάνου, Γιώργος Νέζος, Γιάννης Βόγκλης, Αννα Παιτατζή, Δημήτρης Κουκής.


Αν και το έργο "Στη ζούγκλα των πόλεων" είναι νεανικό, εν τούτοις είναι προφητικό ενός παράλογου κόσμου, ενός φρικιαστικού ανταγωνισμού για την αλλοτρίωση του ατόμου, όπου η απομόνωση είναι τόση, ώστε ούτε με την... έχθρα μπορούν να επικοινωνήσουν οι άνθρωποι.
Γράφτηκε στα 1921-1922. Πρωτοπαίχτηκε στο Residenztheater του Μονάχου στα 1923




ΓΑΛΙΛΑΙΟΣ ΤΟΥ Μπέρτολτ Μπρεχτ

Ένα έργο για τη δύναμη της γνώσης, την αδιάκοπη αναζήτηση της αλήθειας, το ρόλο και την ευθύνη του επιστήμονα.

Για το ραδιόφωνο
Παίζουν οι ηθοποιοί: Κώστας Γαλανάκης, Νίκος Γαρυφάλου,Τόνης Γιακοβάκης, Γιάννης Ευδαίμων, Τζένη Καλύβα, Ηλίας Κατέβας, Αρης Λεμπεσόπουλος, Σπύρος Μπιμπίλας, Κώστας ΠανουριάςΖαχαρίάς Ρόχας, Στέλιος Σισμανίδης, Γιώργος Σταμάτης, Μηνάς Χατζησάββας



Για το θεατρικό έργο του ΜΠΡΕΧΤ « Ο ΓΑΛΙΛΑΙΟΣ»…
Η εξωτερική αφορμή για το γράψιμο του «ΓΑΛΙΛΑΙΟΥ» από τον Μπρεχτ ήταν η είδηση της επιτυχίας των γερμανών φυσικών να διασπάσουν το άτομο του ουρανίου. Με τη βοήθεια του Γαλιλαίου ο Μπρεχτ έθιξε και ανέλυσε δυο ερωτήματα του 2ου αιώνα: αφ’ ενός μεν το θέμα της επιστημονικής προόδου και της κοινωνικής ηθικής και αφ’ ετέρου το θέμα, που είχε θίξει και στις Πέντε Δυσκολίες για να γράψεις την Αλήθεια, δηλαδή το θέμα της επιβολής και της εφαρμογής μιας γνωστής πια αλήθειας, κάτω από την εξουσία μιας δύναμης, που προσπαθεί ν’ αποκρύψει την εν λόγω αλήθεια, γιατί απειλεί την ύπαρξή της.
Ο Μπρεχτ στην παράσταση του Βερολινέζικου Θιάσου, λίγο πριν το θάνατό του, υπογράμμισε την «καταδίκη» του μεγάλου Γαλιλαίου, ο οποίος «επινόησε την επαναστατική θεωρία, χωρίς όμως να τη βάλει σε εφαρμογή» (υπονοείται η στάση του Γαλιλαίου μπροστά στους δικαστές του ο οποίος προκειμένου να μην καταδικαστεί ανακάλεσε τη θεωρία του). Στο έργο το πρόσωπο του Γαλιλαίου είναι διχασμένο. Από τη μια παρουσιάζεται σαν μεγάλος άνδρας, σπουδαίος σοφός, που μοναδικό του πάθος είναι η έρευνα, τόσο που του είναι αδύνατον να την εγκαταλείψει. Στα ύστερά του χρόνια όμως, αυτή η ίδια η έρευνα του έγινε βάρος και αυτοσκοπός, μια και απαρνήθηκε την εφαρμογή της.
Το πάθος του Γαλιλαίου για την έρευνα, ο τρόπος του να κινείται, να διδάσκει, η πίστη του στη λογική, η γνώση του σχετικά με τις κοινωνικές συνέπειες των ανακαλύψεών του, η κατανόησή του της αναγκαιότητας της κοινωνικής αλλαγής, η συμπάθειά του για τους αγρότες της Καμπανίας, για τους οποίους τελικά και δουλεύει – είναι όλα χαρακτηριστικά του Μπρεχτ. Το ότι ο Γαλιλαίος δεν είναι ούτε ήρωας ούτε μάρτυρας, δεν τον κάνει απορριπτέο από τον Μπρεχτ.
Στο έργο του Μπρεχτ ο Γαλιλαίος παραμένει ένας μεγάλος άνδρας, ακόμα και μέσα απ’ την κατάσταση του εξωτερικού ξεπεσμού και της ταπείνωσης της φυλάκισης από την Ιερά Εξέταση, παραδίδει το έργο του Discorsi, γραμμένο παρά τις ελλείψεις και τους περιορισμούς, και το οποίο επρόκειτο να φέρει τη μεγάλη επανάσταση στη φυσική. Αλλά η στιγμή της κοινωνικής επανάστασης πέρασε και χάθηκε. Την καταδίκη του αναλαμβάνει ο ίδιος ο Γαλιλαίος, αφού κανείς από το περιβάλλον του δε θα ήταν σε θέση να το κάνει:
«Για μερικά χρόνια ήμουν τόσο ισχυρός, όσο και η εξουσία. Κι έδινα τη γνώση μου στους δυνατούς, να τη χρησιμοποιήσουν ή να την αφήσουν αχρησιμοποίητη ή να κάνουν κατάχρηση, όπως ήθελαν, όπως τους υπαγόρευε το συμφέρον τους. Πρόδωσα το επάγγελμά μου. Ένα άνθρωπος, που κάνει αυτό που έκανα εγώ, δεν μπορεί να γίνει δεκτός στο χώρο της επιστήμης».
Για τον Μπρεχτ σε σύγκριση με τις θέσεις του διδακτικού έργου της δεκαετίας του 1920, οι απόψεις του Γαλιλαίου είναι τελείως αντιδογματικές. Η κοσμοαντίληψή του είναι ρευστή, πειραματική, επιστημονική, σε προοδευτική μεταβολή με βάση ορισμένες ανακαλύψεις και διαπιστώσεις. «Στόχος μου δεν είναι ν’ αποδείξω ότι ως τώρα είχα δίκιο, αλλά να βρω, εάν είχα δίκιο», λέει ο Γαλιλαίος. Αργότερα, κατά τη σκηνοθεσία του έργου με το Βερολινέζικο Θίασο, ο Μπρεχτ χαρακτήρισε αυτή τη φράση, σαν την πιο σημαντική για έναν μαρξιστή. Και συνεχίζει στο Γαλιλαίο: «Σε καμιά περίπτωση δεν επιτρέπεται να αντικατασταθεί η παλιά πίστη, από μια νέα πίστη, την τρομερή επιθυμία για τύφλωση». Και: «Η αλήθεια είναι παιδί του χρόνου, κι όχι της αυταρχικότητας». Η εκκλησία εξάλλου παρουσιάζεται σαν «εγκόσμια εξουσία, της οποίας η ιδεολογία είναι κατά βάση ανταλλάξιμη με μερικές άλλες».
Οι απόψεις του Γαλιλαίου, στο έργο του Μπρεχτ, είναι, έστω κι έτσι επαναστατικές. Στρέφονται ενάντια σε κάθε εξουσία κι οπουδήποτε αυτή η εξουσία προσπαθεί να στερεωθεί με δόγματα και νέες πίστεις ενάντια στην πρόοδο του καιρού.



ΕΝΑΣ ΜΗΝΑΣ ΣΤΗΝ ΕΞΟΧΗ ΤΟΥ ΙΒΑΝ ΤΟΥΡΓΚΕΝΙΕΦ


Το έργο είναι μια περίπλοκη ερωτική ιστορία. 
Η ηρωίδα του, η Ναταλία Πετρόβνα, ισορροπεί στην πληκτική και γεμάτη συμβατικότητες ζωή της ανάμεσα σ' έναν σύζυγο που δεν αγαπά και σ' έναν φίλο που δεν αποφασίζει να του δοθεί. Κοιτάζοντάς τους, γοητεύεται από την απλότητα που υπάρχει στις σχέσεις τους και λαχταράει τον απλό, φυσικό έρωτα.
Όταν τα καταπιεσμένα αισθήματα της αφυπνιστούν και αρχίσει να διεκδικεί έναν τρίτο άντρα, χωρίς να έχει σκοπό να τον ακολουθήσει, τότε θα χάσει τον πρώτο, πιστό θαυμαστή της και θα μείνει τελικά με τον άντρα της, δίχως να τον αγαπά, συνειδητοποιώντας το υπαρξιακό και ερωτικό της κενό.

Παίζουν οι ηθοποιοί: Λουκιανός Ροζάν, Θεανώ Ιωαννίδου, Κρινιώ Παπά, Αννα Συνοδινού, Μάνος Κατράκης, Γιαννάκης Καλατζόπουλος, Γίώργος Τζώρτζης, Γρηγόρης Μασσαλάς, Γιάννης Αργύρης, Βέρα Ζαβιτσιάνου, Ανδρέας Φιλιππίδης, Ηρώ Κυριακάκη, Κώστας Δημητριάδης.
 


Ο Ιβάν Τουργκένιεφ (1818-1883) είναι ένας από τους πιο σημαντικούς Ρώσους πεζογράφους του 19ου αιώνα. Σπούδασε στη Μόσχα, στην Αγία Πετρούπολη και στο Βερολίνο. Αν και ανήκε σε πλούσια αριστοκρατική οικογένεια, με πολλούς δουλοπάροικους στην ιδιοκτησία της, αγωνίστηκε σθεναρά για την κατάργηση της δουλοπαροικίας, και σε αυτό το θέμα αναφέρεται αλληγορικά και το Μουμού. Ο Τουργκένιεφ ασχολήθηκε αρχικά με την ποίηση, γρήγορα όμως στράφηκε στην πεζογραφία και τη δραματουργία. Υπήρξε ο πρώτος που χρησιμοποίησε και όρισε τη λέξη "μηδενιστής", στο έργο του Πατέρες και παιδιά.
Στα κυριότερα έργα του Τουργκένιεφ συγκαταλέγονται: ΔΙΗΓΗΜΑΤΑ-ΣΥΛΛΟΓΕΣ: Αναμνήσεις ενός κυνηγού (1852), Μουμού (1854), Ασια (1858), Η πρώτη αγάπη (1860), Ο βασιλιάς Ληρ στη στέπα (1870). ΜΥΘΙΣΤΟΡΗΜΑΤΑ: Ρούντιν (1856), Η φωλιά των ευγενών (1859), Την παραμονή (1860), Πατέρες και παιδιά (1862), Ο καπνός (1867), Απάτητη γη (1876). ΘΕΑΤΡΙΚΑ: Ενας μήνας στην εξοχή (1855).



Δευτέρα 28 Σεπτεμβρίου 2009

Ο ΟΥΡΑΝΟΣ ΚΑΤΑΚΟΚΚΙΝΟΣ ΤΗΣ ΛΟΥΛΑΣ ΑΝΑΓΝΩΣΤΑΚΗ

-->
Η σπουδαία Βέρα Ζαβιτσιάνου υπηρέτησε το θέατρο με τη σεμνότητα και τη συνέπεια που ταιριάζει στους μεγάλους εκπροσώπους του θεάτρου. Σεμνή, με αξιοζήλευτη θεατρική γκάμα και ρεπερτόριο το δίχως άλλο υπήρξε διαλεκτή κι ολωσδιόλου ξεχωριστή παρουσία σε σχέση με τους σύγχρονούς της ηθοποιούς. Οι φίλοι του ραδιοφώνου θα γνωρίζουν ότι η συμμετοχή της στο «θέατρο του ραδιοφώνου» είναι έντονη.

Το φετινό Σεπτέμβρη συμπληρώθηκε ένας χρόνος από το θάνατό της. Πάντα αυτές οι ειδήσεις περνούν στα ψιλά γράμματα των εφημερίδων, αλλά όποιος είχε την τύχει να δει τη Βέρα Ζαβιτσιάνου (σε παράσταση του Εθνικού) στον «Ουρανό Κατακόκκινο» είμαι απόλυτα βέβαιος ότι δε θα την ξεχάσει ποτέ του. Ο θεατρικός μονόλογος της Λούλας Αναγνωστάκη (εγκάρδια φίλη της Ζαβιτσιάνου) κεντήθηκε πάνω στα μέτρα της σπουδαίας αυτής ηθοποιού. Όπως, είχε πει η Βέρα Ζαβιτσιάνου σε παλιότερη συνέντευξη (στο Γ. Βέλτσο) η στενή φιλία που ένωνε της δυο αυτές γυναίκες υπήρξε η προσεγγιστική οδός, την οποία «περπάτησε» ώστε να κατορθώσει να «βρει» τη Σοφία Αποστόλου…

Δε θα προβώ σε σχόλια επί του έργου διότι δεν θέλω να σας προϊδεάσω μα το σπουδαιότερο διότι δεν έχω τις ειδικές εκείνες γνώσεις που να μου το επιτρέπουν. Κλείστε τα μάτια, δυναμώστε τα ηχεία κι αφεθείτε να ακούσετε την ιστορία μιας γυναίκας η οποία θα μπορούσε να ζει στο διπλανό διαμέρισμα από εμάς…

«Ιδού εγώ… Η Σοφία Αποστόλου»





(κλικ  για να κατεβάσεις το αρχείο)


Για τη Βέρα Ζαβιτσιάνου και το καλλιτεχνικό της έργο διαβάζουμε ΕΔΩ. Μην παραλείψετε να την ακούσετε σε μιαν εξαιρετική ηχογράφηση που βρίσκεται στο τέλος της παραπεμπόμενης ανάρτησης.


Πέντε έργα για κάθε διάθεση …

«Τα Λάθη μιας νύχτας» ή «Υποβιβάζεται για να κατακτήσει»

Ολιβερ Γκόλντσμιθ

του Oliver Goldsmith ( « She Stoops to Conquer » )
Ο νεαρός Μάρλοου πηγαίνει στο σπίτι του υποψήφιου πεθερού του βέβαιος ότι πηγαίνει σε πανδοχείο. Και φυσικά συμπεριφέρεται προς τους ενοίκους σαν να επρόκειτο για πραγματικούς ταβερνιάρηδες. Ακολουθεί και δεύτερη παρεξήγηση : Η υποψήφια νύφη μαθαίνοντας ότι ο Μάρλοου που από την πρώτη στιγμή τον συμπάθησε, κατέχεται από κάποιο κόμπλεξ απέναντι στις δεσποινίδες της τάξεως της ενώ αντίθετα είναι πολύ ζωηρός προς τα κορίτσια του λαού, μεταμφιέζεται σε υπηρέτρια για να μπορέσει να αποσπάσει τον έρωτα του.






«ΤΟ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΣ ΓΟΥΟΡΡΕΝ»

γράφτηκε το 1893 και αποτελεί ένα από τα πιο δημοφιλή έργα του Σω. Αφορά τη σχέση ανάμεσα στην κα Γουόρρεν και την κόρη της, Βίβη.
Η Βίβη, μια νέα γυναίκα απόφοιτη και αριστούχος του Πανεπιστημίου του Cambridge, ανακαλύπτει ότι η περιουσία της μητέρας της προέρχεται από το αρχαιότερο επάγγελμα του κόσμου. Αρχικά οι δύο γυναίκες συμφιλιώνονται, αφού η κα Γουόρρεν εξιστορεί τις συνθήκες ανέχειας, οι οποίες την οδήγησαν στην πορνεία. Η σύγκρουση όμως, είναι αναπόφευκτη, όταν αποκαλύπτεται ότι επιχείρηση παραμένει ακόμα σε λειτουργία μια και είναι πολύ επικερδής
Ο Σω θέτει σε αυτό του το έργο μεγάλα ζητήματα: τα κοινωνικά ήθη των καιρών, τη θέση της γυναίκας της μέσης τάξης και την εκμετάλλευση της σ’ ένα κόσμο φτιαγμένο από άντρες για άντρες. Το δικαίωμα στη δουλειά και τη μόρφωση. Τη διαφθορά του χρήματος σε κάθε κοινωνική μορφή. Την αμφισβήτηση σ’ ένα σύστημα αξιών που εκπορεύεται και καταλήγει πάντα στο χρήμα. Την αμφισβήτηση σ’ ένα εκπαιδευτικό σύστημα που παραπλανά τους νέους ανθρώπους και δεν τους διδάσκει την αληθινή και σκληρή Αλήθεια.
Ο Τζώρτζ Μπέρναρντ Σω μιλάει προφητικά για όλα. Σε ένα κόσμο, που η λέξη «ηθική» ακούγεται παράξενη, σε μια εποχή αναβρασμού, που οι νέοι άνθρωποι αμφισβητούν το σύστημα αξιών που τους κληρονομείται, κάνουν το έργο αυτό αν και έχουν περάσει εκατό χρόνια από τότε που γράφτηκε, αξεπέραστα σημερινό, με αλήθειες που ακόμη και σήμερα εξακολουθούν να σοκάρουν.






Αγάπη μου ΟΥΑ ΟΥΑ τουΦρανσουά Καμπό 


Ο Πάνος Βένετης είναι ένας συγγραφέας που τα οικονομικά του δεν είναι καθόλου καλά τον τελευταίο καιρό. Η γυναίκα του Εύα γκρινιάζει συνεχώς γι' αυτή την κατάσταση, όμως η ίδια δεν έχει σκοπό να αλλάξει συνήθειες και να περιορίσει τις ανέσεις της. Έτσι όταν φεύγει η υπηρέτριά τους αμέσως θα ζητήσει απ' το πρακτορείο μια νέα για να την αντικαταστήσει. Η καινούρια υπηρέτρια είναι από την Αφρική και ονομάζεται Αγάπη μου ΟΥΑ ΟΥΑ



 


Έξι πρόσωπα ζητούν συγγραφέα Λουίτζι Πιραντέλο
Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Έξι πρόσωπα ζητούν συγγραφέα (ιταλικός τίτλος: Sei personaggi in cerca d'autore) είναι το διασημότερο θεατρικό έργο του Ιταλού συγγραφέα Λουίτζι Πιραντέλλο. Παρουσιάστηκε για πρώτη φορά το 1921 και πήρε την οριστική του μορφή το 1925.
Πρεμιέρα
Το έργο πρωτοανέβηκε στη σκηνή το 1921 από την Compagnia Di Dario Niccomedi στο θέατρο Valle της Ρώμης με ανάμεικτη υποδοχή. Το κοινό χωρίστηκε σε υποστηρικτές και αντιπάλους του έργου, με τους δεύτερους να φωνάζουν: "Ασυλο, άσυλο!" Ο συγγραφέας, που ήταν παρών στην παράσταση με την κόρη του Λιέτα, αναγκάστηκε σχεδόν κυριολεκτικά να φυγαδευτεί από το θέατρο μέσω μιας βοηθητικής εξόδου προκειμένου να αποφύγει το πλήθος των πολεμίων. Το ίδιο δράμα, εντούτοις, σημείωσε μεγάλη επιτυχία όταν παρουσιάστηκε στο Μιλάνο.
Πλοκή
Στο Έξι πρόσωπα ζητούν συγγραφέα, οι θεατές παρακολουθούν τις πρόβες ενός θιάσου όταν ξαφνικά εισβάλλουν στο θέατρο έξι χαρακτήρες οι οποίοι ζητούν από τον σκηνοθέτη να αναλάβει να γράψει την ιστορία τους και να την ανεβάσει. Οι χαρακτήρες ζητούν επίμονα να τους δοθεί ζωή, να τους επιτραπεί να αφηγηθούν την ιστορία τους. Για το σκοπό αυτό ο καθένας τους παρουσιάζει την ιστορία, ειδωμένη όμως από τη δική του οπτική γωνία. Ο Πιραντέλο περιγράφει πως συνέλαβε την ιδέα του έργου στην εισαγωγή της έντυπης έκδοσής του: μια άκαρπη προσπάθεια για ένα έργο που σταμάτησε να γράφει όταν συνειδητοποίησε ότι "έχω στενοχωρήσει ήδη τους αναγνώστες μου με εκατοντάδες και εκατοντάδες ιστορίες. Γιατί να τους στενοχωρήσω τώρα με τη διήγηση των θλιβερών εμπλοκών αυτών των έξι δυστυχισμένων;" Οι χαρακτήρες, εντούτοις, ήδη υπάρχοντες στο μυαλό του ήταν "πλάσματα του πνεύματός μου, αυτά οι έξι ζούσαν ήδη μια ζωή που ήταν δική τους κι όχι δική μου πια, μια ζωή που δεν ήταν στη δύναμή μου να τους αρνηθώ πλέον."
Χαρακτήρες
Ο Πατέρας - Είναι παντρεμένος αρχικά με Τη Μητέρα και επιμένει να στείλουν το γιο μακριά για να ζήσει στη εξοχή. Ύστερα, είπε Στη Μητέρα να παντρευτεί ένα άλλο άτομο που αισθάνθηκε ότι αγάπησε περισσότερο. Αργότερα, δημιουργεί σχεδόν σχέση με την προγονή του (Την Κόρη) έως ότου παρεμβαίνει Η Μητέρα. Όταν μαθαίνει ότι ο δεύτερος σύζυγος Της Μητέρας πέθανε, φέρνει αυτή, Το Γιο, Την Κόρη, Το Κορίτσι, και Το Αγόρι πίσω για να ζήσουν μαζί του.
Η Μητέρα - Αρχικά παντρεμένη με Τον Πατέρα, ερωτεύεται έναν από τους υπαλλήλους του και φεύγει με αυτόν με εντολή Του Πατέρα. Έχει τρία παιδιά, Το αγόρι, Το Κορίτσι, και Την Κόρη με το δεύτερο σύζυγο και έχει Το Γιο με Τον Πατέρα.
Ο Γιος - Ο γιος Του Πατέρα και Της Μητέρας. Για να τον κάνει πιο δυνατό, Ο Πατέρας τον στέλνει μακριά στην εξοχή για να ζήσει με μια παραμάνα όταν είναι μωρό. Επομένως, μεγάλωσε χωρίς να γνωρίζει τους γονείς του και τους αντιπαθεί. Αντιπαθεί επίσης την θετή οικογένειά του, μην θεωρώντας τους μέρος της οικογένειας.
Η Κόρη - η εύψυχη κόρη Της Μητέρας και του δεύτερου συζύγου της. Απασχολείται από την Μαντάμ Πάτσε και ύστερα από "δύο μήνες ορφανή", δημιουργεί σχεδόν ένα δεσμό με Τον Πατέρα. Αναφέρεται ότι το σκάει από το σπίτι αργότερα στην ιστορία. Σύμφωνα με την ίδια, πήγαινε στο συγγραφέα της ιστορίας συνεχώς, προσπαθώντας να τον κάνει να τελειώσει την ιστορία.
Το Αγόρι - το μεσαίο παιδί και μόνος γιος Της Μητέρας από το δεύτερο σύζυγό της. Αντιπαθείται από Την Κόρη, η οποία νομίζει ότι είναι ηλίθιος. Δεν μιλά ποτέ κατά τη διάρκεια του έργου. Στο τέλος του παιχνιδιού, αυτοκτονεί πυροβολώντας το κεφάλι του με ένα περίστροφο.
Το Κορίτσι- η νεώτερη κόρη Της Μητέρας και του δεύτερου συζύγου της. Είναι η συμπάθεια Της Κότης. Αναφέρεται μια φορά ότι ονομάζεται Ροζέτα. Δεν μιλά ποτέ κατά τη διάρκεια του έργου. Στο τέλος του έργου, πνίγεται σε μια λιμνούλα μέσα στην οποία έπαιζε, αν και Ο Γιος προσπαθεί να την τραβήξει έξω.
Η Μαντάμ Πάτσε - εργοδότρια της μητέρας και (πιό πρόσφατα) Της Κόρης. Διευθύνει ένα κατάστημα - οίκο ανοχής. Εμφανίζεται μόνο για ένα μικρό διάστημα στο έργο, όταν Η Κόρη και Ο Πατέρας εκτελούν μαζί τη σκηνή τους στο κατάστημα. Μιλά με ένα ιταλο-αμερικανικό ύφος.




«Κερένια κούκλα»
Διάβασα την «Κερένια κούκλα» το καλοκαίρι του 2006, κυρίως από περιέργεια για τη συγγραφική δεινότητα του Χρηστομάνου αλλά και γιατί αμυδρά θυμόμουν εικόνες απ’ την τηλεοπτική της μεταφορά, κάπου στα μέσα της δεκαετίας του ’80 υποθέτω, στην ασπρόμαυρη δημόσια τηλεόραση. (ΕΡΤ ή ΥΕΝΕΔ, θα σας γελάσω).Θυμάμαι την ηθοποιό που ενσάρκωνε την άρρωστη Βιργινία, ήταν η Νόνη Ιωαννίδου όπως θα μάθαινα εκ των υστέρων. Αν και δεν πολυκαταλάβαινα τότε τι πραγματευόταν ακριβώς το σήριαλ, το χάζευα γιατί με μάγευε η φωνή της. Κι έτσι, επί σειρά ετών είχα πέσει στην πλάνη ότι η «Κερένια Κούκλα» ήταν η Βιργινία, δηλαδή η ηρωίδα που ενσάρκωνε η Νόνη Ιωαννίδου. Δεν ήταν όμως. Αν και θα μπορούσε να είναι. Αλλά αυτό το καταλαβαίνει κανείς διαβάζοντας το βιβλίο...

Ο Χρηστομάνος υπήρξε εστέτ και συμβολιστής, χαρακτηριστικά που διακρίνονται εύκολα αν διαβάσει κανείς κάτι δικό του. Και βέβαια η συγγραφική του δραστηριότητα δεν περιορίζεται στην «Κερένια κούκλα», αλλά αυτή μας ενδιαφέρει επί του παρόντος.
«Η Κερένια κούκλα» είναι γεμάτη συμβολισμούς, αλλά κυριαρχεί ένας βασικός που τον μαρτυράει κι ο ίδιος ο τίτλος της. Είναι το μωρό που γεννιέται ασθενικό και μοιάζει με τη Βιργινία, είναι και η Βιργινία που καθηλώθηκε σ’ ένα κρεββάτι παρατηρώντας την ομορφιά και τα νειάτα της να λειώνουν απ’ την αρρώστεια .

Η Κερένια Κούκλα γράφτηκε το 1908 και δημοσιεύτηκε αρχικά σε συνέχειες στην εφημερίδα «Πατρίς». Εκδόθηκε απ’ τον οίκο Φέξη το 1911, χρονιά θανάτου του συγγραφέα της- ούτε ο ίδιος ο Χρηστομάνος δεν θα μπορούσε να προβλέψει αυτόν τον συμβολισμό/ σύμπτωση... με πλήρη τίτλο: «Η Κερένια κούκλα. Αθηναϊκό μυθιστόρημα».
Έγινε θεατρικό έργο από τον Παντελή Χόρν (στις 14 και 15 Ιουλίου 1915 από τον θίασο της Κυβέλης σε σκηνοθεσία Θωμά Οικονόμου- δυστυχώς δεν διασώθηκε το κείμενο του Χορν), ταινία από τον Μιχ. Γλητσό (η πρώτη μεταφορά ελληνικού λογοτεχνικού έργου στον κινηματογράφο με πρωταγωνίστρια την Βιργινία Διαμάντη, το 1916), έγινε ξανά ταινία απ’ τον Μαυρίκιο Νόβακ το 1958, αργότερα σειρά στην ελληνική τηλεόραση και το 1996, παρουσιάστηκε στο θέατρο από τη θεατρική εταιρεία «Αιωρία» σε διασκευή και σκηνοθεσία Κατερίνας Σαρροπούλου.
Η «Κερένια κούκλα» δεν άφησε αδιάφορο ούτε το θέατρο του 21ου αιώνα. 100 σχεδόν χρόνια μετά τη συγγραφή της, ενέπνευσε τον Άκη Δήμου να γράψει το «Αίμα που μαράθηκε» και που μου έδωσε την αφορμή να ασχοληθώ με τα σχετικά ποστ. Περισσότερα για το θεατρικό εδώ.

Το θέμα που πραγματεύεται είναι φαινομενικά απλό:

Ο Νίκος και η Βιργινία ζουν στις αρχές του 20ου αιώνα στην Αθήνα σ’ ένα σπιτάκι κάτω απ’ τον λόφο του Φιλοπάππου. Κάποια στιγμή μπαίνει ανάμεσα τους μια νέα κοπέλα, η Λιόλια που ήρθε στο σπίτι για να βοηθάει την άρρωστη σύζυγο. Η υγεία και τα νειάτα της Λιόλιας θα κερδίσουν τα αισθήματα του Νίκου ενώ η άρρωστη σύζυγος βασανισμένη από τις υποψίες, μαραζώνει κυριολεκτικά πάνω στο νυφικό της κρεββάτι. Ο Νίκος και η Λιόλια παντρεύονται και αποκτούν ένα παιδί, την «κερένια κούκλα». Σύντομα όμως η Μοίρα θα τους χτυπήσει την πόρτα ζητώντας το μερίδιο της…

Η «Κερένια Κούκλα» θεωρήθηκε ως ένα από τα πρώτα δείγματα του συμβολισμού στη νέα ελληνική λογοτεχνία. Ο Χρηστομάνος καταφέρνει να μας παρουσιάσει ένα τολμηρό κείμενο, να ηθογραφήσει με ενάργεια τους χαρακτήρες του και να μας περιγράψει με ρεαλισμό τη σκληρή ζωή εκείνης της εποχής. Ο ρεαλισμός της αφήγησης συνδυάζεται με τον λυρισμό των περιγραφών και η απλή γλώσσα του κειμένου ελκύει περισσότερο το ενδιαφέρον του αναγνώστη.

Ανάμεσα στους λογοτέχνες και κριτικούς της εποχής της πρώτης έκδοσης, ο Γρηγόριος Ξενόπουλος, είχε ήδη εντοπίσει τις αρετές αλλά και κάποια αδύνατα σημεία του. Τον ίδιο τον Χρηστομάνο άλλωστε, περιέβαλλε ένας μύθος, ο οποίος, όπως φαίνεται, δεν άφησε το μυθιστόρημά του να ξεχαστεί και συνέχισε να επανεκδίδεται, στα μετέπειτα χρόνια αρκετά συστηματικά.
Ο κριτικός Βάσος Βαρίκας, το 1970, κάνει λόγο για «σελίδες αξιανάγνωστες, ακόμη και σήμερα, από τις καλύτερες της πεζογραφίας μας».