Παρασκευή 25 Ιουνίου 2010

ΟΙ ΦΥΣΙΚΟΙ ΤΟΥ ΦΡΗΝΤΡΙΧ ΝΤΥΡΕΝΜΑΤ


Οι φυσικοί (1963) Εθνικό Θέατρο: Κεντρική Σκηνή Αλέξης Μινωτής (Γιόχαν Βίλχεμ Μέμπιους), Λυκούργος Καλλέργης (Ερνστ Χάινριχ Ερνέστι), Θόδωρος Μορίδης (Χέρμπερτ Γκέοργκ Μπόυτλερ)Κατίνα Παξινού (Δεσποινίς Ματθίλδη φον Τσαντ). 
Υπόθεση: Τρεις διάσημοι φυσικοί επιστήμονες καταφεύγουν σε ένα ψυχιατρικό άσυλο, επειδή δεν θέλουν να αφήσουν τον κόσμο να εκμεταλλευτεί την ανακάλυψη του πιο λαμπρού από τους τρεις τους καθηγητή Μέμπιους, που είναι «το σύστημα όλων των δυνατών εφευρέσεων».
Μέσα από τους τρεις χαρακτήρες προβάλλεται όλο το θέμα του έργου, που είναι η ευθύνη των επιστημόνων για τις συνέπειες των ανακαλύψεων τους.
Ο ένας από τους φυσικούς έχει την αντίληψη ότι η δουλειά του επιστήμονα είναι η ανακάλυψη την οποία παραδίδει στον κόσμο, χωρίς να αναρωτιέται ποια θα είναι πλέον η χρήση της. Ο δεύτερος πιστεύει ότι, αφού η απόφαση για τον τρόπο χρήσης των ανακαλύψεων ανήκει στους πολιτικούς, θα πρέπει οι φυσικοί να εμπλέκονται στην πολιτική, ώστε τελικά να έχουν λόγω στη χρήση. Ο τρίτος ο Μέμπιους πιστεύει ότι μετά την ολοκλήρωση της ανακάλυψης ο επιστήμονας και μόνον αυτός έχει την ηθική ευθύνη και υποχρέωση να φροντίσει, ώστε να γίνει σωστή χρήση της ανακάλυψης.
Ο Γιόχαν Βίλχελμ Μέμπιους έχει κάνει μια ανακάλυψη, η οποία αν πέσει σε λάθος χέρια θα είναι τρομερά καταστροφική γι αυτό και βρίσκεται εκεί, κρύβοντας όλα τα στοιχεία και τις μελέτες του. Οι άλλοι δυο είναι ο Χέρμπερτ Γκέοργκ Μπόυτλερ (ο επονομαζόμενος Νεύτων) και ο Ερνστ Χάινριχ Ερνέστι (ο επονομαζόμενος Αϊνστάιν) . Αυτοί ανήκουν σε αντίπαλα στρατόπεδα και έχουν στόχο να βγάλουν τον Μέμπιους από το άσυλο και να τον εντάξει ο καθένας στο στρατόπεδο που ανήκει.
Η νοσοκόμα ,που τον ερωτεύεται πέφτει θύμα δολοφονίας, όταν αντιλαμβάνεται ότι έχει σώας τας φρένας και τους λόγους που βρίσκονται όλοι εκεί. Ο Μέμπιους αρνείται να τους ακολουθήσει και, αφού τους λέει ότι αν φύγουν από το άσυλο ως λογικοί θα καταδικαστούν για φόνο, τους πείθει να παραμείνουν μαζί του εκεί ως τρόφιμοι του ψυχιατρείου.
Τα πράγματα παίρνουν άλλη τροπή, όταν αποκαλύπτεται ότι η διευθύντρια του ασύλου Ματθίλδη φον Τσάντ όχι μόνο γνωρίζει την πραγματική ταυτότητα του καθενός αλλά έχει στα χέρια της αντίγραφα των ανακαλύψεων τους με σκοπό να κυριαρχήσει στον κόσμο.
Για το ραδιόφωνο: Χρονολογία Ηχογράφησης Σάββατο, 12 Απριλίου 1975 Πρώτη εκπομπή: 14 Μαίου 1975 Επαναληπτικές εκπομπές: 28 Νοεμβρίου 1990, 17 Αυγούστου 1997 ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ Κώστας Μπάκας, ΜΟΥΣΙΚΗ ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ Καίτη Γκύλη-Αλεξίου, ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ Μίτση Κουγιουμτζόγλου.
Παίζουν οι ηθοποιοί: Λυκούργος Καλλέργης, Τιτίκα Νικηφοράκη, Χρήστος Τσάγκας, Αγγελος Αντωνόπουλος, Χρήστος Βαλαβανίδης, Μπέτυ Βαλάση, Γρηγόρης Βαφειάς, Γιώργος Παληός, Χρήστος Γεωργόπουλος, Βέρα Δεληγιάννη, Θεόδωρος Δημήτριεφ, Λίλη Παπαγιάννη, Σοφοκλής Πέππας, Δημήτρης Πιατάς, Σταύρος Ρωμανός, Χρήστος Μαρκόπουλος.



 https://skydrive.live.com/redir?resid=84E34C3C50F72995!119
Το έργο χαρίζει στους ακροατές του Radiotheatre ο Γιάννης από την Θεσσαλονίκη και τον ευχαριστούμε πολύ !

Δευτέρα 21 Ιουνίου 2010

ΟΙ ΓΙΓΑΝΤΕΣ ΤΟΥ ΒΟΥΝΟΥ ΤΟΥ ΛΟΥΙΤΖΙ ΠΙΡΑΝΤΕΛΛΟ

Αγαπητοί φίλοι του Θεάτρου στο Ραδιόφωνο, γεια σας. Αντί οποιασδήποτε άλλης μορφής παρουσίασης του σημερινού έργου, προκρίναμε ένα κολλάζ από δημοσιεύματα του τύπου της εποχής του 1972, οπότε και ΟΙ ΓΙΓΑΝΤΕΣ ΤΟΥ ΒΟΥΝΟΥ ανέβηκαν στη σκηνή του ΕΘΝΙΚΟΥ ΘΕΑΤΡΟΥ.


Πιραντέλλο, Λουίτζι 1867 – 1936 Ιταλία.
Ο Λουίτζι Πιραντέλλο γεννήθηκε σε ένα χωριουδάκι του Ακράγαντος (Αγκριτζέντο), της Σικελίας, με το εμβληματικό όνομα Χάος, στις 28 Ιουνίου του 1867. Ο ίδιος έγραφε: «Εγώ είμαι παιδί του Χάους, και όχι αλληγορικά, αλλά πραγματικά». Ίσως με αυτό να ήθελε να πει, ότι το 1867, ενώ όλοι οι άνθρωποι τριγύρω του πέθαιναν από μία επιδημία χολέρας, αυτός γεννιόταν. Η οικογένειά του είχε ελληνική καταγωγή. Ακολούθησε κλασικές σπουδές, στα Πανεπιστήμια του Παλέρμο και της Ρώμης. Σπούδασε νομική και φιλολογία. Στη συνέχεια πήγε στη Γερμανία και σπούδασε στο Πανεπιστήμιο της Βόννης, φιλοσοφία.Τελειώνοντας τις σπουδές του, επέστρεψε στη χώρα του και εγκαταστάθηκε στη Ρώμη. Αρχικά εργάστηκε ως καθηγητής στο Ανώτερο Εκπαιδευτικό Ινστιτούτο, στο Ανώτερο Παρθεναγωγείο. Δίδαξε εκεί για 25 ολόκληρα χρόνια ως το 1923. Η διδασκαλία δε τον γοήτευσε ποτέ, σε συνδυασμό με την αδιαφορία του κοινού για το έργο του και τη δυστυχισμένη οικογενειακή του κατάσταση, ο Πιραντέλλο ήταν ποτισμένος από απαισιοδοξία και μελαγχολία. Στο σπίτι του, η κατάσταση ήταν μη υποφερτή καθώς η σύζυγός του, την οποία είχε παντρευτεί το 1894, εκδήλωσε ψυχασθένεια το 1904. Για 15 χρόνια τη φρόντιζε μόνος του, στο σπίτι ώσπου αναγκάστηκε να την κλείσει σε ψυχιατρείο. Η τρέλα της γυναίκας του, η απογοήτευση του ίδιου από τη ζωή και τη μοίρα του, ήταν διάχυτες το έργο του. μετά τον εγκλεισμό της γυναίκας του, ο Πιραντέλλο αφιερώθηκε στο μόνο πράγμα που τον ευχαριστούσε και του έδινε νόημα για τη ζωή, στο γράψιμο. Έγινε γνωστός στους λογοτεχνικούς κύκλους και αναγνωρίστηκε το ταλέντο του, μέσα από δημοσιευμένα άρθρα του σε λογοτεχνικά περιοδικά της Ιταλίας. Από το 1910, ο Πιραντέλλο αρχίζει να κάνει τα πρώτα δειλά του βήματα στο θέατρο. Ο λόγος που τον έκανε να αργήσει να ασχολείται εντατικά με το θέατρο, ήταν κυρίως οικονομικός. Από το 1917 που γνώρισε σημαντική επιτυχία ως θεατρικός συγγραφέας καθιερώθηκε ως ένας από τους σημαντικότερους κλασικούς θεατρικούς συγγραφείς. Στα έργα του, γενικεύει τα προσωπικά του βιώματα, κατά κύριο λόγο δεσπόζουν οι αντιθέσεις, οι αντιθέσεις σε έννοιες και σε ατμόσφαιρες. Υπάρχει ωστόσο παράλληλα και η ανάγκη για ενδοσκόπηση. Με άφθαστη ικανότητα διεύρυνε τα όρια της δραματουργίας φέρνοντας στη σκηνή τις πνευματικές και ψυχολογικές ανησυχίες του καιρού του, χρονικογράφος μιας εποχής σήψης και κατακερματισμού. Όλο το λογοτεχνικό έργο του, βασίζεται στον κατακερματισμό του ατόμου, στην πολλαπλότητα του εαυτού μας. Στην αδιάκοπη σύγκρουση του ατόμου με τον εαυτό του και με τους άλλους. Ο ίδιος ο Πιραντέλλο έχει πει "Ο καθένας μας πιστεύει για τον εαυτό του πως είναι ένας. Αυτό είναι αντίληψη αυθαίρετη και λαθεμένη. Ο καθένας από μας είναι τόσοι πολλοί όσες όλες οι δυνατότητες ύπαρξης που υπάρχουν μέσα μας. Εμείς ξέρουμε μόνο ένα μέρος από τον εαυτό μας. Κι αυτό σύμφωνα με τις πιθανότητες είναι το μέρος το λιγότερο ίσως σημαντικό. Υπάρχει σα να πούμε μια εσωτερική μάσκα, αυτή που βλέπει το πρόσωπο που τη φοράει. Υπάρχει και μια εξωτερική μάσκα ή οι εξωτερικές. Μ' αυτές που γίνεται ο άνθρωπος γνωστός στους γύρω του. Η εξωτερική μάσκα μπορεί να είναι κάτι που έχει επιβάλει η κοινωνία, ένα πράγμα που με χαρά θα το πέταγε από πάνω του, αλλά η επιβολή της κοινής γνώμης επιμένει να μας το φοράει". Ο Πιραντέλλο, διετέλεσε διευθυντής του Θεάτρου Τέχνης της Ρώμης και το 1929 έγινε μέλος της Ιταλικής Ακαδημίας. Το 1934, τιμήθηκε με το βραβείο Νόμπελ Λογοτεχνίας και στάθηκε η πιο σπουδαία θεατρική φυσιογνωμία μετά τον Α’ Παγκόσμιο πόλεμο. Με το έργο του «Έξι πρόσωπα ζητούν συγγραφέα», που το έγραψε το 1915, ο Πιραντέλλο κέρδισε την παγκόσμια αναγνώριση. Πέθανε στη Ρώμη, στις 10 Δεκεμβρίου του 1936.

Για το ραδιόφωνο: Χρονολογία Ηχογράφησης 11 Ιανουαρίου 1967
Παίζουν οι ηθοποιοί: Χρήστος Φράγκος, Λούλα Ιωαννίδου, Γιάννης Καλατζόπουλος, Θόδωρος Σαρρής, Καίτη Τριανταφύλλου, Δημήτρης Μαλαβέτας, Γιώργος Νέζος, Μιχάλης Μαραγκάκης, Κυριάκος Λαζαρίδης, Μάκης Ρευματάς, Πέτρος Λεωκράτης, Τάσος Παπαδάκης, Βαγγέλης Τραϊφόρος, Σούλυ Σαμπάχ - Νικολαΐδη, Λουκιανός Ροζάν, Θεόδωρος Ζηζίκος, Τάκης Ασημακόπουλος, Ολυμπία Παπαδούκα, Χαρά Κανδρεβιώτου Μετάφραση και προσαρμογή για το ραδιόφωνο: Σπύρος Μηλιώνης Μουσική επιμέλεια: Σοφία Μιχαλίτση Ραδιοσκηνοθεσία: Μιχάλη Μπούχλη.


Τετάρτη 16 Ιουνίου 2010

ΜΙΑ ΑΥΛΗ ΣΤΗ ΧΩΡΑ ΤΩΝ ΘΑΥΜΑΤΩΝ ΤΟΥ ΙΑΚΩΒΟΥ ΚΑΜΠΑΝΕΛΛΗ


H Αυλή των Θαυμάτων είναι ένα νεοελληνικό θεατρικό έργο του Ιακωβου Καμπανελλη που πρωτοπαρουσιάστηκε στις 18 Ιανουαρίου1957 από το Θέατρο Τέχνης σε σκηνοθεσία του ιδίου του συγγραφέα. Θεωρείται ένα από τα έργα που σημάδεψαν την πορεία του Ελληνικού Θεάτρου. Σήμερα, 50 χρόνια μετά τη συγγραφή του, διατηρεί ακόμα μέρος της πρώτης του φρεσκάδας κι ανεβαίνει συχνά σε θεατρικές σκηνές επαγγελματικών και μη θιάσων.
Τα θεατρικά δρώμενα εξελίσσονται σε μια λαϊκή γειτονιά της Αθήνας, σε εποχή σύγχρονη με τη συγγραφή του έργου, τη δεκαετία του 1950. Στα δωμάτια μια αυλής, στο συνοικισμό του Βύρωνα, κατοικούν άτομα και οικογένειες που ανήκουν στη λαϊκή τάξη, έχουν όμως διαφορετική προέλευση. Ο γερο-Ιορδάνης με τη γυναίκα του και τα παιδιά του είναι Μικρασιάτες πρόσφυγες. Η κυρά Αννετώ, χήρα με κόρη παντρεμένη στην Αγγλία. Ο Στέλιος, Αθηναίος ονειροπόλος με πολλές αδυναμίες, και η γυναίκα του Όλγα γεννημένη στην προεπαναστατική Ρωσία. Η Βούλα κι ο Μπάμπης, αντρόγυνο που εναλλάσσει τα χαϊδολογήματα με τα μαλλιοτραβήγματα. Η Μαρία, γυναίκα ναυτικού που τη βασανίζει η μοναξιά της. Η Ντόρα, νέα γυναίκα ανύπαντρη που όμως δεν ξέρει τι θα πει μοναξιά. Στους παραπάνω ένοικους θα προστεθεί αργότερα και ο Στράτος, υδραυλικός στο επάγγελμα, που θα σηκώσει τρικυμία στο αισθηματικό τέλμα της μικρής "αυλικής" κοινωνίας.


Ο Ι.Καμπανέλλης, στο Σημείωμα για την παράσταση στο Θέατρο Τέχνης (1957-58), λέει τα εξής:
Αν με ρωτούσε κανείς τί θα ήθελα, σαν συγγραφέας, θα του απαντούσα "Να γράψω έργα με όσο το δυνατόν γνησιότερη την προέλευσή τους από τον τόπο μας". Κι αν με ξαναρωτούσαν ποια είναι η φιλοδοξία μου στο θέατρο, θά'λεγα πως θά ήθελα, με μια σειρά από θεατρικά έργα, ν'ανακαλύψω τον Έλληνα σαν σύγχρονο άνθρωπο. Θέλω να πω, ν'ανακαλύψω τα χαρακτηριστικά των ανθρώπων του τόπου μου και του καιρού μου, μέσα από την πρόσκαιρη έκφραση της σχέσης τους με τη σημερινή κοινωνική πραγματικότητα. Η "Αυλή των Θαυμάτων" βασίζεται στην έλλειψη σταθερότητας και σιγουριάς, που χαρακτηρίζει τη ζωή του Έλληνα. Η αστάθεια αυτή, όσο γνώριμη σε όλους μας, αρχίζει από το αλλοπρόσαλλο κλίμα μας, τη "στρατηγική" γεωγραφική μας θέση, τη φτώχεια του τόπου μας, και τελειώνει στην ιδιωτική μας οικονομία. Όλα στην Ελλάδα ανεβοκατεβαίνουν πολύ εύκολα, κυλούν, φεύγουν, κι η συνηθισμένη λαχτάρα του Ρωμιού είναι να στεριώσει κάπου, να σιγουρέψει κάτι. Η λαϊκή τάξη εκφράζει πάντα με πιότερη γνησιότητα τα χαρακτηριστικά της ζωής, γι'αυτό δεν είναι τυχαίο που τοποθέτησα το έργο στο χώρο της. Η ρευστότητα στις συνθήκες ζωής του Έλληνα, η μεσογειακή του ιδιοσυγκρασία και μια έμφυτη αντίσταση στις δυσκολίες, μια αισιοδοξία, του διαμορφώνουν ένα χαρακτήρα που δεν έχει στέρεα σύνορα, δεν μπορείς εύκολα να τον καθορίσεις. Μέσα στο ίδιο άτομο βλέπεις να γεννιούνται τα πιο αντίθετα μεταξύ τους αισθήματα, που καλύπτουν όλη την κλίμακα από το καλό ως το κακό - κι αντιστρόφως - μαι διαρκής δηλαδή αποκάλυψη ψυχικού πλούτου, μια σειρά από μικρά θαύματα. Στην "Αυλή των Θαυμάτων" προσπάθησα να μη σταθώ στην εξωτερική έκφραση αυτής της σχέσης του ανθρώπου με τον κοινωνικό του περίγυρο. Προσπάθησα να δω πώς, κι ίσαμε ποιο βαθμό, αυτός ο παράγοντας υποχρεώνει τον συγκεκριμένο άνθρωπο, τον Έλληνα, να λειτουργήσει σαν εσωτερικός μηχανισμός. Στήριξα το έργο σ'ένα μύθο, που θα μου πρόσφερε τα εξωτερικά, τυπικά χαρακτηριστικά μιας ενότητας, αλλά σε μια διαδοχή από απλά, καθημερινά περιστατικά, που συνθέτουν μιαν εικόνα της ελληνικής πραγματικότητας και μέσα σ'αυτά, δοκίμασα να βρω ό,τι μόνιμο και ουσιαστικό στοιχείο ζωής. Κατά τον ίδιο τρόπο θέλησα ώστε τα πρόσωπα, με τις καθημερινές τους, φαινομενικά ασήμαντες αντιδράσεις, που θα τα τοποθετούσανε και πιο ξεκάθαρα μέσα στην εποχή τους, ν'αποκαλύπτανε κι έναν καθολικότερο άνθρωπο. Γράφοντας αυτό το σημείωμα, δεν είχα την πρόθεση, ούτε να προκαταβάλω, ούτε και να εξηγήσω το έργο μου. Δοκίμασα μόνο να σημειώσω ένα μέρος από τις επιδιώξεις μου, που θα διευκολύνουν το θεατή να δει πιο καθαρά τις προθέσεις του συγγραφέα.
Το εργο ηχογραφηθηκε το 1977 σε σκηνοθεσια Γιωργου Μιχαηλιδη.Ερμηνευουν οι ηθοποιοι:Δημητρης Αστεριαδης,Ντορα Σιμοπουλου,Πολυκαρπος Πολυκαρπου,Μαρικα Τζιραλιδου,Νελλη Αγγελιδου,Ρεα Χαλκιαδακη,Νικος Τσιλουνης,Ντινα Κωνστα,Λαζος Τερζας,Μπελλα Μπερδουση,Κωστας Πανουργιας,Θοδωρος Μπογιατζης,Γιωργος Παλιος,Μπαμπης Αλατζας,Χρηστος Βαλταδωρος.Ντινος Δουλγερακης.

Θα πρεπει να σημειωθει οτι το συγκεκριμενο εργο σκοπευαμε να το αναρτησουμε αρκετο καιρο πριν.Ωστοσο η ποιοτητα της εγγραφης που ειχαμε στην διαθεση μας(παρα τις προσπαθειες βελτιωσης που καταβληθηκαν) μας οδηγουσαν σε συνεχεις αναβολες,ωσπου να εξασφαλιστει μια αρτιοτερη ηχητικη αποδοση.Αυτη τελικα η αποδοση βρεθηκε στο αρχειο του φιλου του blog και εξαιρετου ραδιοθεατροφιλου Δημητρη Τ., τον οποιο και ευχαριστουμε θερμα για αυτη την παραχωρηση.
Καλη ακροαση!


Σάββατο 12 Ιουνίου 2010

ΦΟΝΟΣ ΣΤΟ ΟΡΙΑΝ ΕΞΠΡΕΣ της Agatha Christie



Murder on the Orient Express - 1934 Ένα από τα πιο γνωστά αστυνομικά μυθιστορήματα της Agatha Christie, σε ραδιοφωνική διασκευή του Δημήτρη Πουλικάκου, με τον Θύμιο Καρακατσάνη στον ρόλο του Ηρακλή Πουαρώ. Δημοσιεύτηκε το 1934 και διασκευάστηκε για τον κινηματογράφο το 1974, με τον Albert Finney στο ρόλο του Πουαρώ (Oscar β' γυναικείου ρόλου Ingrid Bergman).
Ηχογραφήθηκε για το ραδιόφωνο το 1976. Υπόθεση: Το τραίνο Οριάν Εξπρές, στο οποίο επιβαίνει ο Ηρακλής Πουαρώ, κατευθύνεται στην Κωνσταντινούπολη όταν αποκλείεται στη μέση της χιονισμένης διαδρομής του. Ο Πιερ Μισέλ, συνοδός του τρένου, μετά από επανειλημμένες προσπάθειες, θα κατορθώσει να μπει στο κουπέ του κύριου Ράτσετ, επιβάτη, όπου φοβάται ότι έχει συμβεί κάτι ύποπτο. Το μαχαιρωμένο πτώμα του Ράτσετ ανακαλύπτεται, και ο Ηρακλής Πουαρώ θα κληθεί (και ενώ νωρίτερα είχε ήδη αρνηθεί σχετικές υπηρεσίες στον κ. Ράτσετ) να αναλάβει την υπόθεση. Και ο Πουαρώ θα αποκαλύψει ένα τρομερό μυστικό για το θύμα, που συνδέεται με το κίνητρο του εγκλήματος αλλά και την υπόθεση που είχε αρνηθεί να αναλάβει ο ντετέκτιβ. (ΠΗΓΉ: el.wikipedia) Το Οριάν Εξπρές δρομολογήθηκε από την εταιρεία "Βαγκόν-Λι" το 1883, και κάλυπτε μια διαδρομή 3.186 χιλ. μεταξύ Παρισιού και Κωνσταντινούπολης. Ήταν ονομαστό για την εξαιρετική πολυτέλεια και τις ανέσεις που παρείχε στους επιβάτες του, ανάμεσα στους οποίους συγκαταλέγονταν μέλη βασιλικών οικογενειών και αριστοκράτες. Ο πολυήμερος αποκλεισμός του συρμού στα χιόνια τον χειμώνα του 1926, κοντά στην Κωνσταντινούπολη, ενέπνευσε την Agatha Christie να γράψει το μυθιστόρημα «Φόνος στο Οριάν Εξπρές». Μετά από πολλές "περιπέτειες" και δυο παγκόσμιους πολέμους, διέκοψε την λειτουργία του το 1977. Ο μύθος της αίγλης του διατηρήθηκε χάρη και σε άλλους συγγραφείς, όπως ο Graham Greene (Stamboul Τrain), Ian Fleming (From Russia with Love) κ.ά. ΑΚΟΥΓΟΝΤΑΙ ΟΙ ΗΘΟΠΟΙΟΙ: Αφηγητές: Δημήτρης Μαλαβέτας και Νικήτας Τσακίρογλου Δημήτρης Πουλικάκος, Θόδωρος Δημήτριεφ, Γιώργος Μιχαλάκης, Μπέτυ Λιβανού, Χρήστος Κωστόπουλος, Θόδωρος Κατσαφάδος, Γιάννης Παπαδογιάννης, Κωνσταντίνος Τζούμας, Μάκης Πυθής, Μπάμπης Αλατζάς, Δέσποινα Τομαζάνη, Ελισσάβετ Σφακιανάκη, Ειρήνη Δογάνη, Βλάσσης Μπονάτσος, Πάνος Κουτρουμπούσης, Κώστας Γιαλίνης, Γιάννης Μαργαρίτης, Ρίτα Μπενσουσάν, Γιάννης Κώστογλου, Κώστας Ζιώγας, Στέφανος Μεσσήνης, Εσθήρ Φράγκω.


Το έργο και το κείμενο χαρίζει στους ακροατές του Radiotheatre ο Γιάννης από την Θεσσαλονίκη και τον ευχαριστούμε πολύ !

Παρασκευή 11 Ιουνίου 2010

ΚΟΥΒΕΝΤΕΣ ΚΟΥΒΕΝΤΟΥΛΕΣ ΤΟΥ ΝΟΕΛ ΚΑΟΥΑΡΤ


Υπόθεση: Η ιστορία τοποθετείται στο Regency Brighton στα 1811. Ο Paul - Duc de Chaucigny-Varennes ένας μετανάστης που αναγκάστηκε να φύγει από τη Γαλλία την περίοδο της τρομοκρατίας κατά την Γαλλική επανάσταση, έχει αναλάβει υπό την προστασία του την Melanie, ένα όμορφο κορίτσι, κόρη ενός εκτελεσμένου φίλου του, του Marquis de Tramont. Η Melanie είναι τραγουδίστρια σε μια αίθουσα διασκέδασης. Το σχέδιό του είναι να την παντρέψει με τον πλούσιο Edward, Marquis of Sheere, ο οποίος και ζητά το χέρι της. Η πλούσια Lady Julia Charteris, η οποία συμπαθεί πολύ τον Paul, ενθαρρύνει τα γαμήλια σχέδια του Edward, θέλοντας να κρατήσει τον Paul για τον εαυτό της . Η Melanie είναι ερωτευμένη με τον Paul και για να τον κερδίσει δηλώνει ότι θα επιστρέψει στην Γαλλία. Τότε ο Paul την βλέπει διαφορετικά … και τα πράγματα περιπλέκονται…

Για το ραδιόφωνο και το ΘΕΑΤΡΟ ΤΕΤΑΡΤΗΣ: Χρονολογία Ηχογράφησης, 30 Νοεμβρίου 1963
Μετάφραση – Ραδιοφωνική διασκευή – Χρήστος Ζωϊόπουλος
Μουσική επιμέλεια – Ιφιγένεια Ευθυμιάτου
Μουσική σύνθεση – Ιωσήφ Ριτσιάρδης Σκηνοθεσία – Γιώργος Θεοδοσάδης.
Πρώτη μετάδοση 16.12.1964

 Παίζουν οι ηθοποιοί: Ζωγράφου Αλίκη, Κρεββατά Μαρίκα, Τσαγανέας Χρήστος, Σκιαδά Νανά, Προέδρου Βέτα, Πάρλας Χρήστος, Παπά Κρινιώ, Γαβριηλίδης Γιώργος, Ποδηματά Λουΐζα, Ολυμπίου Γιάννα, Βρασιβανόπουλος Γιώργος, Ροζάν Λουκιανός, Μουσούρη Ρίτα, Παπαναστασίου Νίκος, Κριτή Ελένη, Σφακιανάκης Λευτέρης, Ρήγα Ελένη, Γλυκοφρύδη Αντιγόνη.

Δευτέρα 7 Ιουνίου 2010

Η ΚΥΡΙΑ ΜΑΡΚΗΣΙΑ ΕΠΙΣΤΡΕΦΕΙ του Noel Coward




(The Marquis - 1927) Η κυρία Μαρκησία επιστρέφει, και τα οικογενειακά μυστικά που ήταν κρυμμένα στο παρελθόν βγαίνουν στο φως, δημιουργώντας απρόβλεπτες καταστάσεις ....



Ο Noel Coward έχει ασχοληθεί με διάφορα είδη λογοτεχνίας και θεάτρου, καθώς και με τον χορό. Τα κωμικά του έργα ανήκουν στην κατηγορία του καλού "μπουλβάρ". Το έργο ανέβηκε το 1927. Στην Ελλάδα παίχτηκε από τον θίασο Ανδρεάδη το 1939 και το 1955 στο θέατρο "Γκλόρια" (κ. Μιράντα - Λ. Κωνσταντάρας) με τον τίτλο "Πάντα μ' αγαπούσες...".


Παίζουν οι ηθοποιοί: Κώστας Ρηγόπουλος .... Raoul de Vriaac, Σπύρος Κωνσταντόπουλος .... Esteban, El Duco de Santaguano, Πέτρος Λεωκράτης .... Miguel, Κική Ρέππα .... Adrienne, Τρύφων Καρατζάς .... Jacques Rijar, Τάκης Δρούκας .... Father Clement, Μαίρη Αρώνη .... Eloise de Kestournel, Χρήστος Μάντζαρης .... Hubert, Καίτη Τριανταφύλλου .... Alice’s.

ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ: Στάθης Σπηλιωτόπουλος
ΜΟΥΣΙΚΗ ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ: Αργυρώ Μεταξά
ΡΑΔΙΟΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Μιχάλης Μπούχλης

Πρώτη εκπομπή: 26 Ιουλίου 1967




Το έργο και το κείμενο χαρίζει στους ακροατές του Radiotheatre ο Γιάννης από την Θεσσαλονίκη και τον ευχαριστούμε πολύ !

Κυριακή 6 Ιουνίου 2010

ΤΟ ΠΑΡΑΜΥΘΙ ΕΝΟΣ ΦΕΓΓΑΡΙΟΥ ΤΟΥ ΓΙΩΡΓΟΥ ΤΖΑΒΕΛΛΑ

"Το έργο αυτό κινείται μέσα στις συνταγές των προθέσεων της κομεντί. Ο συγγραφέας του, ειλικρινής στον προορισμό του, καθορίζει τους σκοπούς του έργου του μ' ένα «σημείωμα» του ειδικά γραμμένο «για το πρόγραμμα» του θεάτρου. Και πρώτα - πρώτα, ό «τόπος του έργου απολύτως αόριστος", μας λέει ό συγγραφέας. Ο αρχαίος τραγικός ποιητής θέλει τον «τόπο» καθορισμένο. Οι «τρείς ενότητες» του Θεάτρου ήταν βασισμένες στ' ανθρώπινα πάθη της Αττικής τραγωδίας, ενώ η κομεντί ασχολείται με τις εκκεντρικότητες ενός κόσμου που πλήττει.


Ο ήρωάς του είναι ένας μελλοθάνατος. 'Έχει όγκο στο κεφάλι κι οι γιατροί του έχουν προκαθορίσει την ημερομηνία του τέλους του. Είναι ένας απελπισμένος. που κρύβει την οδύνη του πίσω από φαινομενικές εκκεντρικότητες. Δεν πιστεύει σε τίποτα, γιατί τίποτα δεν μπορεί να του αλλάξει την αδυσώπητη μοίρα του. Τελευταία του θέληση είναι να τον ενταφιάσουν στον κήπο του σπιτιού του, χωρίς ιερείς; και νεκρώσιμη ακολουθία. Απαιτεί να συνοδέψει το φέρετρό του μονάχα ο σκύλος του, αφού θα 'ναι κι ό μόνος, που θα λυπηθεί για το χαμό του. Αυτόν τον άνθρωπο παίρνει ο συγγραφέας, για να επαληθεύσει τις προθέσεις του, για να μας πείσει, πως «ο σημερινός άνθρωπος δεν μπορεί πια να ζητάει μια φυγή απ' το περιβάλλον, μα μια φυγή απ' τον ίδιο τον εαυτό του». Αυτόν τον απελπισμένο γνώστη της μοίρας του θα θελήσει να τον «προσγειώσει από τις νεφέλες».


Ο συγγραφέας φαντάζεται το «σημερινό άνθρωπο εξαιρετικά κουρασμένο», που για να βρει τη «φυγή» θα πρέπει να ξεφύγει «απ' τον ίδιο τον εαυτό του!». «Το Παραμύθι ενός Φεγγαριού» έχει πολλά απ' τα προτερήματα και τα ελαττώματα της κομεντί. Έχει τη συγκίνηση της απίθανης. άλλα ρομαντικής πλοκής του μύθου του. 'Έχει έξυπνο και ραφινάτο λόγο. Τα ευφυολογήματα και η ετοιμολογία διασταυρώνονται κάθε στιγμή στους ωραίους διαξιφισμούς ένας περίτεχνου διαλόγου. «Το Παραμύθι ενός Φεγγαριού» πρωτοπαίχτηκε απ' το θίασο Κοτοπούλη στο θέατρο «RΕΧ» την άνοιξη του 1946. Ο συγγραφέας που είχε γράψει κι ένα εννδιαφέρov σενάριο για τον κινηματογράφο την «Κάλπικη λίρα» πέθανε τον Οκτώβριο του 1976". ( Από το βιβλίο του Μήτσου Λυγίζου ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΡΑΜΑΤΟΥΡΓΙΑ εκδόσεις ΣΜΥΡΝΙΩΤΑΚΗ )


Γιώργος Τζαβέλλας: Ενας αυθεντικός δημιουργός Ως μαθητής το 1927, στα έντεκά του, παρακολούθησε τις Δελφικές Γιορτές της Eύας και του Aγγελου Σικελιανού. Μαγεύτηκε και συγκινήθηκε τόσο με την αναβίωση του αρχαίου ελληνικού δράματος που έβαλε κρυφό του στόχο μια μέρα να ασχοληθεί κι αυτός με την τραγωδία. Έπρεπε, όμως, να γίνει πρώτα συγγραφέας, σκηνοθέτης, να κάνει θέατρο και κινηματογράφο και να γίνει και στ’ αλήθεια ένας Σαρλό, ο αγαπημένος του ήρωας τον οποίο συχνά μιμούνταν στους φίλους του και την οικογένειά του. Tης ιστορικής οικογένειας των Tζαβελλέων, με πατέρα σημαντικό όνομα της αθηναϊκής δημοσιογραφίας, που δεν καλοέβλεπε την ενασχόληση του γιου του με όλα αυτά. Αλλά για τον έφηβο Γιώργο Tζαβέλλα ήταν κάτι περισσότερο από μια νεανική τρέλα. Aπόδειξη ότι με μια μηχανή λήψης Pathe-Baby που είχε αγοράσει συνεταιρικά με έναν φίλο του γύριζε τα πρώτα του ερασιτεχνικά φιλμάκια για την TZAB FILM! Ξημεροβραδιαζόταν στους κινηματογράφους, βλέποντας ξανά και ξανά τις αγαπημένες του ιστορίες δέκα, είκοσι φορές την καθεμία και μελετώντας τον τρόπο με τον οποίο ήταν γυρισμένες όλες εκείνες οι θρυλικές ταινίες, ώστε να μάθει με ποιον τρόπο θα σκηνοθετούσε κι ο ίδιος μια μέρα. Στα μπιλιαρδάδικα της Kυψέλης, όπου μεγάλωσε (τη μόνη διασκέδαση των αγοριών εκείνο τον καιρό), γνώρισε και ανέπτυξε στενή φιλία με τον Nίκο Tσιφόρο. Mαζί του έγραψε και το πρώτο του θεατρικό έργο «O κλέφτης της καρδιάς μου», το οποίο ανέβηκε το 1936 από τον θίασο Mακρή-Xαντά-Oικονόμου σε μορφή οπερέτας και με μουσική δικιά του χωρίς να ξέρει καν νότες! Ήταν μόλις στα δεκαεννέα του και, για χάρη του πατέρα του, φοιτητής της Nομικής... Συμμετείχε ως στρατιώτης στο αλβανικό μέτωπο και όταν επέστρεψε, εν μέσω Kατοχής, το 1944, γύρισε με τη συνδρομή του παραγωγού Mαυρίκιου Nόβακ την πρώτη δραματουργικά και τεχνικά άρτια ελληνική ταινία, τα «Xειροκροτήματα». Το έργο επανέφερε για λίγο στο προσκήνιο τον Aττίκ, έναν τραγουδοποιό-διασκεδαστή που είχε γνωρίσει δόξα στην Aθήνα του ‘30. Η παρακμή και η ένδεια που βίωνε πλέον μες στην αφάνεια συγκίνησαν τον Τζαβέλλα τόσο πολύ που βάσισε εξ ολοκλήρου το σενάριο επάνω του. Eλλείψει στούντιο και σταθερής παροχής ρεύματος, η ταινία γυρίστηκε στο πίσω μέρος της οθόνης του Pεξ, ενός από τα λίγα κτίρια στα οποία οι Γερμανοί παρείχαν ηλεκτρικό όλο το εικοσιτετράωρο. H ταινία άρεσε και έγινε μεγάλη επιτυχία κι ας είχε όλα τα αναμενόμενα λάθη ενός πρωτάρη σκηνοθέτη. Παράλληλα, ως παθιασμένος κινηματογραφιστής, κατέγραφε με την κάμερά του σημαντικές στιγμές εκείνης της περιόδου, όπως την υποστολή της ναζιστικής σημαίας από την Aκρόπολη. Tο οπτικό αρχειακό υλικό εκείνων των ιστορικών γεγονότων το οφείλουμε στον Tζαβέλλα. Ήρθε η απελευθέρωση. H δίψα για νέο ξεκίνημα που χαρακτήρισε τη γενιά του θα έβρισκε στο πρόσωπό του έναν από τους πλέον άξιους Eλληνες. Tο 1946 ανέβασε ένα έργο με άξονα τρία διαφορετικά σκετς, το ονειρικό «Παραμύθι ενός φεγγαριού» με τους Mυράτ και Kωνσταντάρα. Την ίδια χρονιά γύρισε για τον Φίνο την ταινία «Πρόσωπα λησμονημένα», που έμελλε και να λησμονηθεί. H εμμονή του, όμως, να κάνει μια ταινία ελληνοκεντρικού θέματος τον οδήγησε στο να τολμήσει το 1948 την ηθογραφία του Aργύρη Eφταλιώτη «Mαρίνος Kοντάρας», με τον Kατράκη στον ομώνυμο ρόλο. Δεν κάμφθηκε ούτε στιγμή παρά τις δυσκολίες που αντιμετώπισε εξαιτίας των εξωτερικών γυρισμάτων σε Σαντορίνη και Πάρο. Πρόκειται για την ιστορία ενός πειρατή του 19ου αιώνα που, για τα μάτια μιας γυναίκας, μετατρέπεται από σκληροτράχηλος ληστής σε άκακο ερωτευμένο. Aυτή ήταν και η πρώτη ελληνική ταινία που συμμετείχε ποτέ σε φεστιβάλ, στο Bέλγιο, για να λανσάρει στους Eυρωπαίους την πρωτόγνωρη ελληνική κινηματογραφία. Ο Τζαβέλλας δούλευε διεξοδικά τα σενάριά του, μέχρι να νιώσει έτοιμος να ξεκινήσει. Για παράδειγμα, για τη θρυλική ταινία «Mεθύστακας» αφιέρωσε δύο χρόνια. Τον αλκοολικό ήρωα, τσακισμένο από τον χαμό του γιου του στον πόλεμο, ερμήνευσε ο Oρέστης Mακρής ενσαρκώνοντας τη γραφική φιγούρα της ταβέρνας της μεταπολεμικής φτωχογειτονιάς το περιβάλλον, δηλαδή, όπου ο αστός αλλά γνήσια λαϊκός καλλιτέχνης Tζαβέλλας ανίχνευε τόσο το μελοδραματικό στοιχείο όσο και το κωμικό, τα οποία εμπεριέχονταν στις ταινίες του ισορροπημένα και σε σωστές δόσεις, όπως και στην ίδια τη ζωή. Xιούμορ και μελαγχολία ανάμεικτα. O Oρέστης Mακρής, σπουδαίος ηθοποιός της επιθεώρησης, απέδωσε εξαιρετικά και με αξιοσημείωτη εκφραστική οικονομία την κινηματογραφική εκδοχή ενός ρόλου στον οποίο είχε τυποποιηθεί το ελαφρύ θέατρο, δίνοντάς του κοινωνικές διαστάσεις και αναγάγοντας τον «Mεθύστακα» στη μεγαλύτερη εισπρακτική επιτυχία μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του ’60. O ώριμος, πια, σκηνοθέτης είχε αποκτήσει τον αναγνωρίσιμό του μικρόκοσμο: Την παλιά γειτονιά ιδίως της Πλάκας και των ανθρώπων της την οποία η έλευση της νέας εποχής απειλούσε και, αργά αλλά σταθερά, οδηγούσε στον αφανισμό της. Συγχρόνως, ως συγγραφέας, μέσα από τους εκπληκτικά δουλεμένους διαλόγους του και την ευφυή χρήση των ανθρώπινων τύπων της εποχής του, κατέγραψε καταστάσεις και χαρακτήρες που τόσο στα θεατρικά του έργα και επιθεωρησιακά νούμερα (που συχνά έγραφε για τις μεγαλύτερες σκηνές της Aθήνας) όσο και στα σενάριά του ανέδειξε μοναδικά. Η ταινία «H Aγνή του λιμανιού» (1952) με τη Xατζηαργύρη και τον Aλεξανδράκη, που διαδραματίζεται στο καρνάγιο και στην Tρούμπα του Πειραιά, τον έχρισε τον πιο αυθεντικό εκπρόσωπο του νεορεαλισμού στην Eλλάδα. Σε αυτήν την ταινία ξεκίνησε και τη συνεργασία του με τον Mάνο Xατζιδάκι, η οποία επαναλήφθηκε στις περισσότερες δουλειές του. Aκολούθησαν «O γρουσούζης», όπου ο Oρέστης Mακρής εναλλάσσεται αριστοτεχνικά μεταξύ του κωμικού και του δραματικού, το «Σοφεράκι» με έναν υπέροχο Mίμη Φωτόπουλο, που αποδείχθηκε η πιο εμπορική ταινία του ’53, και τέλος, το φαινόμενο της σπονδυλωτής «Kάλπικης λίρας» του ‘55. Στην ταινία αυτή μια κάλπικη λίρα γίνεται ο συνδετικός κρίκος μεταξύ τεσσάρων ιστοριών δράμα και κοινωνική σάτιρα, κωμωδία και ρομαντική κομεντί στις οποίες εγείρει κάλπικα αισθήματα. Oι ανεπανάληπτες ερμηνείες των Λογοθετίδη, Λυβικού, Φωτόπουλου, Bρανά, Mακρή, Λαμπέτη και Xορν συμβάλλουν καθοριστικά σε αυτήν την ταινία θρύλο, που έτυχε κολοσσιαίας διεθνούς επιτυχίας με ουρές στη Σοβιετική Eνωση, αλλά και την Kίνα και τη Nότιο Aμερική. «O Zηλιαρόγατος», φιλμ βασισμένο σε μπουλβάρ του Γιώργου Pούσσου και γυρισμένο μέσα στα νεότευκτα στούντιο της Aνζερβός, μας ξετύλιξε τα ήθη της νέας αστικής τάξης που αναδυόταν στην Aθήνα του ’56. Kαι μόλις τρία χρόνια μετά, σημείωνε με το «H δε γυνή να φοβήται τον άνδρα» και τους Λογοθετίδη και Λυβικού, τη μεγαλύτερη του θεατρική επιτυχία. Tο έργο που λίγο αργότερα θα στοίχειωνε τη φιλμογραφία του και θα γινόταν η γέφυρά του με τις επόμενες γενιές, το «Mια ζωή την έχουμε», η κομεντί με τον Δημήτρη Xορν, την Yβόν Σανσόν και τον Bασίλη Aυλωνίτη και, φυσικά, τη μουσική του Xατζιδάκι, παραδόξως δεν ενθουσίασε το κοινό του 1958 όσο το πετυχαίνει σήμερα. Στην Aμερική, με τη βοήθεια του Tζέιμς Πάρις, βρήκε χρηματοδότηση για το παλαιότερο και πιο φιλόδοξό του όνειρο κι έτσι το 1961 προχώρησε στη μεταφορά της «Aντιγόνης» στην οθόνη με πρωταγωνιστές την Eιρήνη Παπά και τον Mάνο Kατράκη. Tο αποτέλεσμα, ιδιαίτερα πρωτοποριακό και ενδιαφέρον, απέδωσε ευρηματικά την πρώτη απόπειρα ενός τέτοιου εγχειρήματος και ενώ στην Eλλάδα χτυπήθηκε από τους κριτικούς, ενθουσίασε τους σινεφίλ στο Φεστιβάλ του Bερολίνου. Tο 1964 επέστρεψε στη γνώριμή του Πλάκα, στα καλντερίμια με τη λατέρνα, τα μπουγαδόνερα και τις αυλές, σε αντιπαράθεση με τους εξωφρενικούς πια ρυθμούς της πλατείας Oμονοίας και τα ρετιρέ που χτίζονταν αβέρτα για να σπιτώσουν τη ανερχόμενη μεσαία τάξη. Eκεί μας αφηγήθηκε την ιστορία της ανύπαντρης Eλενίτσας (Mάρω Kοντού) και του τζαναμπέτη Aντωνάκη (Γιώργος Kωνσταντίνου). Το «H δε γυνή να φοβήται τον άνδρα» αποδείχθηκε η αρτιότερη καλλιτεχνικά ταινία του (βραβείο σκηνοθεσίας στο Σικάγο), η πιο δημοφιλής, καθώς και η τελευταία... Tο σχέδιό του να γυρίσει την πρώτη δική του -αλλά και της Aλίκης- «ακατάλληλη» ταινία με τίτλο «O αστερισμός της Παρθένου» δεν έμελλε να ολοκληρωθεί ποτέ από τον ίδιο. Aλλωστε τα επόμενα χρόνια τα εισιτήρια ολοένα και λιγόστευαν εξαιτίας της έλευσης της τηλεόρασης και οι παραγωγοί επένδυαν ολοένα και λιγότερα χρήματα, ενώ η χουντική λογοκρισία μεσουρανούσε. Το 1969 πεθαίνει η σύζυγός του, η Mήλια. Aποτραβιέται. Oταν το 1974 γίνεται η μεταπολίτευση, ο Kωνσταντίνος Kαραμανλής του αναθέτει τη θέση του προέδρου της Γενικής Kινηματογραφικών Eπιχειρήσεων, προπομπό του Ελληνικού Kέντρου Κινηματογράφου. Στήριξε με αγάπη τους νέους σκηνοθέτες αλλά ο κύκλος για τον ίδιο είχε πια κλείσει. Λίγες μέρες μετά το Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης, τον Oκτώβριο του 1976, πεθαίνει από βαρύ εγκεφαλικό επεισόδιο. O τζέντλεμαν του ελληνικού σινεμά έφευγε μαζί με την αθωότητα μιας εποχής που ο ίδιος είχε καταγράψει με ειλικρίνεια στα ασπρόμαυρα όνειρά μας.


Το όραμά του «Προσωπικώς πιστεύω ότι θα είχαμε πολλά να κερδίσουμε αν στρεφόμασταν σε θέματα καθαρώς ελληνικού χρώματος, εν συνδυασμώ με τις φυσικές καλλονές του τόπου. Eίναι ο μόνος τρόπος ν’ αποφύγουμε τη συντριπτική σύγκριση με τον πλούτο των σκηνικών που παρουσιάζουν τα ευρωπαϊκά και αμερικανικά φιλμ. M’ άλλα λόγια, την έλλειψη να την κάνουμε πρωτοτυπία, δημιουργώντας ιδιότυπο ελληνικό φιλμ. Kι άλλωστε, αυτή θα είναι η προσωπικότητα του ελληνικού κινηματογράφου: Το ελληνικό θέμα» - Eφημερίδα Aλεξάνδρεια, Kυριακή 14 Mαρτίου 1948


Με αξία και δουλειά «H δουλειά του συγγραφέα και του σκηνοθέτη είναι από κείνες που δεν παίρνουν μέσον, γιατί κρίνονται από το μεγάλο κοινό, που είναι αμείλικτο και δίκαιο. Mετά από το πρώτο δύσκολο ξεκίνημα, τα εμπόδια εξακολουθούν να έρχονται, τότε όμως δεν πρέπει να τα λογαριάζει κανείς, αλλά να τα πολεμά. Kατά τη γνώμη μου, οι λέξεις "τυχερός" και "τύχη" δεν υπάρχουν και στα δύο επαγγέλματά μου. Yπάρχει μόνον προσωπική αξία, σκληρή δουλειά και καθημερινή πάλη. Tα εμπόδια που μου παρουσιάζονταν τα αντιμετώπιζα με απόλυτη ψυχραιμία. Aρκεί να μη χάσεις την ψυχραιμία σου και την υπομονή σου όταν έχεις ν’ αντιμετωπίσεις κάτι, όσο δύσκολο και μεγάλο κι αν φαίνεται» - Tαχυδρόμος, 7 Oκτωβρίου 1961 Xρήστος Παρίδης


Χρονολογία Ηχογράφησης, 23 Αυγούστου 1972 
ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ ΓΡΗΓΟΡΗΣ, 
ΜΟΥΣΙΚΗ ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ ΠΑΠΑΕΥΣΤΑΘΙΟΥ ΠΑΝΟΣ, 
ΔΙΑΣΚΕΥΗ ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ ΓΡΗΓΟΡΗΣ.


Παίζουν οι ηθοποιοί: ΓΙΩΡΓΟΣ ΒΟΥΤΣΙΝΟΣ, ΓΙΩΡΓΟΣ ΤΖΩΡΤΖΗΣ, ΝΙΚΟΣ ΓΑΡΟΦΑΛΛΟΥ, ΕΛΕΝΗ ΖΑΦΕΙΡΙΟΥ, ΡΑΝΙΑ ΙΩΑΝΝΙΔΟΥ, ΜΑΤΙΝΑ ΚΑΡΡΑ, ΑΝΔΡΕΑΣ ΛΙΑΣΚΟΣ, ΜΙΧΑΛΗΣ ΜΠΑΛΗΣ, ΜΑΚΗΣ ΡΕΥΜΑΤΑΣ, ΡΕΝΑ ΠΑΓΚΡΑΤΗ




Το αρχείο προέρχεται από τους θεατρικούς θησαυρούς που βρίσκονται στην όμορφη Σύρο και είναι ευγενική προσφορά του φίλου Γιώργου.